Πριν από περίπου 40 χρόνια η Επιστημονική Ενωση και το περιοδικό «Νέα Παιδεία» τόλμησαν ενάντια σ έναν «προοδευτικό» λαϊκισμό και σε έναν προγονοπληκτικό συντηρητισμό να ταχθούν υπέρ της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης του 1976 σε αντίθεση με πολλούς γλωσσαμύντορες που την υπονόμευσαν και τη χλευάζουν ακόμα και σήμερα.
Ιδιαίτερα η «Νέα Παιδεία» υποστήριξε τη θεσμική αλλαγή της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών από δόκιμες μεταφράσεις στο Γυμνάσιο και την ανάγκη ριζικής αναθεώρησης της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Σήμερα, η κατάσταση με τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας μετά την ένταξή της από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο το 1993 έχει περιέλθει σε βαθύ τέλμα.
Η διδασκαλία παραμένει σε μηχανιστικό διαχειριστικό επίπεδο, τα σχολικά αναλυτικά προγράμματα και τα διδακτικά εγχειρίδια απωθούν τους μαθητές από την ουσιαστική γνωριμία με τις ιδέες και τη σκέψη της αρχαιότητας, ενώ δεν έχει εμφανιστεί την τελευταία δεκαετία στους περιβόητους «Εθνικούς Διαλόγους» για την Παιδεία -για τους οποίους επαίρονται προκλητικά ορισμένοι- ούτε μια στοιχειώδης πρόταση για την αλλαγή της επαφής των μαθητών και του σχολείου με την αρχαία γλώσσα και σκέψη.
Το περιοδικό «Νέα Παιδεία» έθεσε το ζήτημα τον Φεβρουάριο με το πανελλήνιο συνέδριο που διοργάνωσε στην Αθήνα.
Αυτές τις ημέρες ακολούθησε η διακήρυξη των 56 πανεπιστημιακών για την αύξηση των ωρών της Νεοελληνικής Γλώσσας στο Γυμνάσιο.
Από τότε παρακολουθούμε μια προσπάθεια δημιουργίας διαχωριστικών γραμμών, κάτι που βιώσαμε τόσο στη μεταρρύθμιση του 1976 όσο και αργότερα.
Αυτή η υποκριτική στάση καλό είναι να σταματήσει γιατί οφείλουμε όλοι να παραδεχτούμε:
1. Το σημαντικότερο πρόβλημα είναι η συνολική πολιτική και κοινωνική πορεία της χώρας και όχι οι αρχικοί χρόνοι των ρημάτων!
2. Το κυριότερο ζήτημα είναι η συνολική βελτίωση και αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος και όχι η επιμέρους βελτίωση της διδασκαλίας ενός μαθήματος!
3. Το πρόβλημα της τελματωμένης και παρωχημένης διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών όπως και άλλων μαθημάτων αποτυπώνει την ευρύτερη γνωστική, ιδεολογική, ηθική και διδακτική τελμάτωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
4. Αρα το ζήτημα της διδασκαλίας της αρχαίας γλώσσας και σκέψης δεν είναι μόνο εκπαιδευτικό αλλά και πολιτικό, καθώς συνδέεται με την αδυναμία του νέου πολίτη να κατανοήσει και να συνομιλήσει με τις ιδέες και αξίες του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού πέρα από συνθηματικές παραδοχές περί εθνικής κληρονομιάς και διάδοσης των φώτων του πολιτισμού στην ανθρωπότητα κτλ.
5. Αυτή η σχέση αποστροφής που καλλιεργεί μέχρι σήμερα το σχολείο για την αρχαία γλώσσα και σκέψη δεν είναι τυχαίο γεγονός αλλά συνειδητή ιδεολογική επιλογή αποκλεισμού των νέων πολιτών από τη γόνιμη κριτική ανάγνωση των ιδεών του αρχαίου ελληνικού (και φυσικά του ρωμαϊκού) πολιτισμού.
6. Τον αποκλεισμό αυτό επιβάλλουν αναλυτικά προγράμματα και εγχειρίδια που φαντάζουν σύγχρονα αλλά στην ουσία είναι παιδαγωγικά απαράδεκτα, γι αυτό και διατηρούνται επί δεκαετίες ή αναπαράγονται από πρόσωπα και μηχανισμούς που σήμερα κόπτονται για τα Αρχαία Ελληνικά, ενώ τα ίδια ευθύνονται για τη δραματική υποβάθμιση του μαθήματος, αφού επί τόσα χρόνια δεν παρουσίασαν ένα ενδιαφέρον διδακτικό υλικό ή μια στοιχειώδη σύγχρονη διδακτική πρόταση. Ολοι γνωρίζουμε ποιοι είναι αυτοί, έχουν ονοματεπώνυμο και συνεχίζουν να προβάλλονται ως ειδικοί για τη σωτηρία της γλώσσας και της εθνικής πορείας!
Υπάρχει λοιπόν κάποια πρόταση ή θα συνεχίσουμε να αλληλοκατηγορούμαστε και να ζητάμε να μείνουν όλα όπως είναι ή απλά να αλλάξουν οι ώρες;
Δίκαια απαιτεί κάτι παραπάνω από αυτά ο καλόπιστος αναγνώστης, ο μαθητής, ο εκπαιδευτικός της πράξης!
Η πρότασή μας παρουσιάζεται για να αποτελέσει αντικείμενο προβληματισμού και διαλόγου και έχει τους παρακάτω άξονες:
1. Οι τρεις ώρες των Αρχαίων Ελληνικών από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο διατίθενται ως εξής:
Οι αλλαγές αυτές προϋποθέτουν την παραγωγή νέου διδακτικού υλικού και φυσικά την ουσιαστική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.
2. Ανανεώνεται το μάθημα της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας σύμφωνα με την εξαιρετική πρόταση του καθηγητή Φάνη Κακριδή, την οποία προσυπογράφουμε.
3. Δημιουργούνται πειραματικά κλασικά Λύκεια με σύγχρονα προγράμματα κατά τα πρότυπα π.χ. των αντίστοιχων ιταλικών Λυκείων ή άλλων ευρωπαϊκών σχολείων τα οποία απευθύνονται σε όλους τους μαθητές του Λυκείου και παρέχουν γνώση που συνδέεται με όλες τις επιστήμες και τέχνες και όχι μόνο με τη γλώσσα. Στους μαθητές αυτών των σχολείων δίνονται ποικίλα κίνητρα επιβράβευσης της επιλογής τους (υποτροφίες, αυξημένα μόρια για εισαγωγή σε σχολές των ΑΕΙ κτλ).
4. Ιδρύεται στην Αθήνα (με παραρτήματα σε όλες τις περιφέρειες της χώρας) Διεθνές Ινστιτούτο Κλασικών Σπουδών ως πρότυπο ερευνητικό κέντρο μελέτης και προβολής του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού πολιτισμού.
Αυτές είναι οι πρώτες ταπεινές προτάσεις μας για μια διαφορετική επαφή των σημερινών νέων με την αρχαία γλώσσα και σκέψη.
Σίγουρα υπάρχουν και άλλες πολύ πιο πρωτότυπες και ενδιαφέρουσες από αυτές.
Μία στάση μόνο δεν δικαιολογείται: η ένοχη σιωπή και οι άναρθρες κραυγές να μείνουν όλα όπως είναι γιατί έτσι μας βολεύει, αδιαφορώντας για τις συνέπειες στους μαθητές, ή το πιο δυσάρεστο: να συνεχιστούν οι θρήνοι και ολολυγμοί ότι απειλούνται πάλι η γλώσσα μας και η εθνική μας ταυτότητα από ποικίλες δυνάμεις.
Έλεος πια! Μας το επαναλαμβάνει μονότονα τόσα χρόνια ο Κ.Π. Καβάφης:
«Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας, τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου, αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου».
Κώστας Αγγελάκος