ShareThis
Η Javascript πρέπει να είναι ενεργοποιημένη για να συνεχίσετε!

Άρθρα

Τα δάκρυα για την ιδιωτική εκπαίδευση

Τον τελευταίο μήνα εκτός από τα αποτελέσματα των Πανελλαδικών, που αποτελεί ζήτημα υψηλής προτεραιότητας  κάθε χρόνο τέτοια εποχή, τα ΜΜΕ φαίνεται να ασχολούνται και με ένα ακόμη εκπαιδευτικό ζήτημα, την καταβολή ΦΠΑ 23% επί των διδάκτρων στην ιδιωτική εκπαίδευση (Ιδιωτικά Σχολεία, Φροντιστήρια, Κέντρα Ξένων Γλωσσών, ΙΕΚ, Κολλέγια), Σχόλια πάσης φύσεως γίνονται, τα περισσότερα από τα οποία είναι ιδιαίτερα επικριτικά για τη συγκεκριμένη μνημονιακή επιταγή. Η ειρωνεία μάλιστα, εμφανής ή λανθάνουσα, αποτελεί εγγενές υφολογικό στοιχείο των συγκεκριμένων επικρίσεων. Το συγκεκριμένο μέτρο δεν θεωρείται απλώς «ένα από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα αναχρονιστικής αντίληψης, αντι-αναπτυξιακής νοοτροπίας και στείρας ιδεολογικής εμμονής» αλλά και επίφαση δημοκρατικότητας και στείρος λαϊκισμός.

 Κανείς βέβαια δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι και το συγκεκριμένο μνημονιακό μέτρο, όπως και τα περισσότερα, έχει σοβαρές συνέπειες στη ζωή πολλών από μας. Δεν υπάρχει άλλωστε τομέας που να μην πλήττεται από αυτή την προσπάθεια επιβολής ενός συγκεκριμένου οικονομικού μοντέλου. Η προσαρμογή που επιχειρείται είναι αναμφισβήτητα βίαιη και μας φέρνει δεκαετίες πίσω  ως προς το βιοτικό μας επίπεδο, αλλά και αιώνες πίσω ως προς τα δικαιώματα μας ως πολιτών σε ποικίλα πεδία και όχι μόνο εργασιακά. Βασικές αρχές δημοκρατίας και αυτοπροσδιορισμού πολιτών, κοινοτήτων και κρατών αμφισβητούνται στο πλαίσιο των φυσικοποιημένων κανόνων μιας παγκόσμιας αγοράς. Και όπως είναι φυσικό, η διαμορφωθείσα αυτή συνθήκη πλήττει και την εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες και με ποικίλους τρόπους.  

Είναι όμως άξιοι απορίας όχι μόνο ο τρόπος αλλά και ο ζήλος με τον οποίο τα ΜΜΕ πραγματεύονται το συγκεκριμένο εκπαιδευτικό ζήτημα. Με παρόμοιο άλλωστε τρόπο πραγματεύτηκαν και το ζήτημα των «προτύπων πειραματικών». Πολλά και εύλογα τα ερωτήματα: Κόπτονται άραγε για το δικαίωμα όλων στην εκπαίδευση; Διεκδικούν μια ποιοτική εκπαίδευση για τους μαθητές στα «καλά» ιδιωτικά σχολεία; Θεωρούν ότι ανακόπτεται με αυτές τις επιλογές η πρόοδος των «χαρισματικών» μαθητών; Διαμαρτύρονται για την απώλεια θέσεων εργασίας, που θα οδηγήσει ένα σημαντικό αριθμό εργαζομένων στην ανεργία; Ανησυχούν για τους γονείς εκείνους που με το υστέρημά τους φρόντιζαν να συμπληρώνουν μέσω παραπαιδείας την ανεπαρκή εκπαίδευση που τους παρείχε το δημόσιο σχολείο; Προβληματίζονται για την αδυναμία της πολιτείας να καλύψει τις ανάγκες του επιπρόσθετου μαθητικού πληθυσμού που θα καταφύγει στο δημόσιο σχολείο;

Και θα μπορούσαμε να συζητήσουμε όλες αυτές τις απόψεις και να αναγνωρίσουμε ένα ειλικρινές ενδιαφέρον για τα εκπαιδευτικά μας πράγματα, εάν ο ζήλος αυτός ήταν εμφανής για καίρια πραγματικά ζητήματα, που αφορούν την εκπαίδευση και τη λειτουργία της σε όλες τις βαθμίδες. Η αύξηση των ωρών διδασκαλίας, τα πολυπληθή τμήματα, η δραστική περικοπή των προσλήψεων που εμποδίζει την ανανέωση του εκπαιδευτικού προσωπικού, η συγχώνευση σχολείων χωρίς παιδαγωγικά κριτήρια είναι κάποιες από τις συνέπειες των μνημονιακών επιλογών, που αναμφισβήτητα επηρεάζουν την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης όχι μόνο σε μεγαλύτερο εύρος από ότι η επιβολή ΦΠΑ στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια αλλά και με πιο καίριο τρόπο. Γιατί οι επιλογές αυτές πλήττουν την ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία, το πλαίσιο και τους όρους με τους οποίους αναπτύσσεται με ιδιαίτερα σοβαρές συνέπειες στα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα που θα μπορούσε αυτή να έχει για την ανάκαμψη της χώρας. Τα μέτρα αυτά ωστόσο τα κατήγγειλαν κυρίως οι εκπαιδευτικοί, είτε μεμονωμένα είτε μέσα από τις ενώσεις τους, συνδικαλιστικές και επιστημονικές. Ένα τόνος διαμαρτυρίας φάνηκε να υπάρχει κάποιες φορές και στον πολιτικό λόγο, επιλεκτικά όμως και σε συγκεκριμένες περιστάσεις.

Η έλλειψη βέβαια ενδιαφέροντος είναι ακόμη πιο αισθητή και ίσως και πιο ηχηρή σε ζητήματα που αφορούν τα όσα ταλανίζουν την εκπαίδευση εδώ και χρόνια, τα ουσιαστικά δηλαδή εκπαιδευτικά προβλήματα που παραμένουν άλυτα για δεκαετίες. Και είναι όλα αυτά τα προβλήματα που καθιστούν αναγκαία την παραπαιδεία σε όλες της τις εκφάνσεις. Αυτές οι δυσλειτουργίες κάνουν τα «καλά» ιδιωτικά σχολεία να μοιάζουν ως μοναδική εναλλακτική επιλογή, παραπλανώντας ουσιαστικά και γονείς και μαθητές. Γιατί σε ένα εξετασιοκεντρικό σχολείο, με κυρίαρχη την χρησιμοθηρική κουλτούρα της επίδοσης σημασία φαίνεται να έχει η αντικειμενικοποίηση των αποτελεσμάτων και ο πολλαπλασιασμό των πινάκων εργαλειακής αποτίμησης και επιτυχίας σε συγκεκριμένα πεδία. Λίγη σημασία φαίνεται να έχει το γεγονός ότι από αυτά τα πεδία απουσιάζει η πραγματική παιδεία ή έστω ο προβληματισμός για το τι σημαίνει σήμερα εγγράμματος.

Για όλα αυτά όμως δεν φαίνεται να διαμαρτύρεται κανείς. Φαίνονται φυσικά και αυτονόητα. Σε μια εποχή μάλιστα που προβληματοποιούνται τα πάντα. Ακόμη και όσα θεωρούνται αυτονόητα. Είναι τελικά να αναρωτιέται κανείς. Ποιες αντιλήψεις είναι τελικά αναχρονιστικές; Τι αποτελεί στείρα ιδεολογική εμμονή;


Συντάκτες

Ενημερωτικό δελτίο