ShareThis
Η Javascript πρέπει να είναι ενεργοποιημένη για να συνεχίσετε!

Άρθρα

Επιλογή διευθυντών στα σχολεία

Πριν από 30 τόσα χρόνια η ανδρεοπαπανδρεϊκή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, Βερυβάκης, Πανούσης (ο σημερινός υπουργός), Απ. Κακλαμάνης, Κλάδης, κλπ. έχοντας ως στόχο να ελέγχει ες αεί την εκπαίδευση (από το νηπιαγωγείο μέχρι το πανεπιστήμιο)  ύστερα από  απαίτηση των συνδικαλιστών της ΔΟΕ-ΟΛΜΕ, που τότε ελέγχονταν από το ΠΑΣΟΚ, από τα πρώτα μέτρα που πήρε ήταν η κατάργηση κάθε μορφής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών. Το μέτρο έδινε τη δυνατότητα στο Υπουργείο να επιλέξει για  Διευθυντές σχολείων οποιονδήποτε εκπαιδευτικό, αφού χωρίς προηγούμενες αξιολογήσεις όλοι οι εκπαιδευτικοί που έκαναν αίτηση να γίνουν Διευθυντές θεωρούνταν καλοί και άξιοι. Κύριο προσόν ενός υποψήφιου Διευθυντή έγινε η εύνοια του κυβερνητικού κόμματος. Γι’ αυτό και στην πλειονότητά τους ως Διευθυντές και Προϊστάμενοι Γραφείων επιλέγονταν συνδικαλιστές του ΠΑΣΟΚ. Βέβαια, αρκετοί άξιοι και προσοντούχοι εκπαιδευτικοί παρεισέφρησαν και κατέλαβαν διευθυντικές θέσεις. Όμως οι εξαιρέσεις δεν ανέτρεπαν τον κανόνα. Η κυβέρνηση με τον κομματικό μηχανισμό και τους συνδικαλιστές έλεγχαν τα σχολεία.

Αλλά κι όταν κατέλαβε την εξουσία η Νέα Δημοκρατία, είδε ότι το μέτρο καλόν εστί και το διατήρησε, γιατί εξυπηρετούσε απόλυτα και τους δικούς της συνδικαλιστές και τους δικούς της κομματικούς στόχους. Όμως, επειδή η κατάσταση, αν και βόλευε τα κόμματα εξουσίας, είχε οδηγήσει την εκπαίδευση σε αδιέξοδο, τρεις υπουργοί (Γ. Αρσένης, Μ. Γιαννάκου και Α. Διαμαντοπούλου) προσπάθησαν ν’ αλλάξουν την κατάσταση. Οι δυο πρώτοι  απέτυχαν, γιατί αντέδρασαν σφόδρα  τόσο τα κόμματα της τότε αντιπολίτευσης όσο κυρίως η ΔΟΕ-ΟΛΜΕ. Αλλά το 2011 η ’ννα Διαμαντοπούλου πέτυχε, παρά τη σφοδρή αντίδραση των συνδικαλιστών, να πείσει όχι μόνο τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, αλλά και της Νέας Δημοκρατίας να ψηφίσουν τους νόμους, που πρότεινε, κάτι πρωτόγνωρο για την ελληνική βουλή, και να  επαναφέρει το μέτρο της  αξιολόγησης όχι μόνο των εκπαιδευτικών, αλλά και στην επιλογή των διευθυντικών στελεχών της εκπαίδευσης. Κι έτσι  τα σχολεία άρχισαν να στελεχώνονται με  άξιους στο σύνολό τους εκπαιδευτικούς, που επιλέγονταν για τα ακαδημαϊκά και διοικητικά τους προσόντα κι όχι γιατί είχαν την εύνοια της κυβέρνησης. Έγιναν δηλ Διευθυντές χωρίς να υποχρεωθούν να προσκυνήσουν  κομματικές ποδιές. Έτσι όμως η πολιτική επιρροή και δύναμη των κομματότροφων μειώθηκε δραστικά, αφού, μη διαθέτοντας ακαδημαϊκά προσόντα, ούτε οι ίδιοι μπορούσαν να γίνουν διευθυντές ούτε να επιβάλουν «δικά τους παιδιά». Ήταν επόμενο με την καινούρια κυβέρνηση να επιχειρήσουν να επανακτήσουν τη δύναμή τους πείθοντας ή καλύτερα επιβάλλοντας στο νέο Υπουργό να καταργήσει το νόμο Διαμαντοπούλου και να  επαναφέρει την κατάσταση όπως ήταν πριν από 30 χρόνια. Κι έτσι οι κυβερνητικοί συνδικαλιστές κι οι κομματότροφοι θ’ αποχτήσουν ξανά τη δύναμη είτε να καταλαμβάνουν οι ίδιοι τις διευθυντικές θέσεις είτε να τοποθετούν δικούς τους.

Στη συνείδηση όμως  όλων των εκπαιδευτικών και της κοινωνίας  ο πριν από το 2011 τρόπος επιλογής Διευθυντών ήταν τελείως απαξιωμένος. Γι’ αυτό και έπρεπε να βρεθεί ένα γοητευτικό κριτήριο, που να οδηγεί όμως στο ίδιο αποτέλεσμα, την επιλογή δηλ. μόνο κομματικών υποψηφίων. Κι έτσι επινοήθηκε το κριτήριο της εκλογής των Διευθυντών από τους εκπαιδευτικούς του σχολείου. Το 33% της βαθμολογίας του υποψηφίου να προέρχεται από την ψήφο των εκπαιδευτικών. Αν μάλιστα ο υποψήφιος δε λαμβάνει το 20% των ψήφων, να αποκλείεται από την παραπέρα διαδικασία, ας είναι και ο Αϊνστάιν. Η ψηφοφορία είναι μια ελκυστική διαδικασία. Δίνει ένα χρώμα δημοκρατικότητας. Γι’ αυτό και γοητεύει.  Η εφαρμογή της όμως  σε κάθε περίπτωση μπορεί να  έχει ηλίθια αποτελέσματα ή να αποδειχθεί το πιο αυταρχικό μέτρο.

Στο μυθιστόρημά «Αργώ», ο Γ. Θεοτοκάς περιγράφει μια γενική συνέλευση  των φοιτητών του σωματείου «Αργώ», στην οποία διεξάγεται συζήτηση για το αν υπάρχει ή όχι Θεός. Επειδή η συζήτηση είχε οδηγηθεί σε αδιέξοδο, προτάθηκε κι έγινε δεχτό ομόφωνα να τεθεί το θέμα σε ψηφοφορία. Έτσι με ‘δημοκρατικό τρόπο’ θα λύνονταν ένα τόσο ακανθώδες θέμα. Η ψηφοφορία έγινε με ψηφοδέλτια. Το αποτέλεσμα ήταν:

Δεν υπάρχει Θεός: 75 ψήφοι

Υπάρχει Θεός: 63 ψήφοι

Λευκοί ψήφοι: 14

«Επομένως η Γενική Συνέλευση αποφασίζει ότι δεν υπάρχει Θεός».

Φυσικά στην αίθουσα έγινε χαμός. Κατατέθηκαν αμέσως έξι ενστάσεις. Και θα αλληλοδέρνονταν αν ο θυρωρός της Λέσχης δεν έκοβε το ρεύμα στην αίθουσα εξαναγκάζοντας τους έξαλλους φοιτητές ν’ αποχωρήσουν. Με τη σκηνή αυτή ο Θεοτοκάς σχολίαζε καυστικά την ανόητη τάση των φοιτητών της εποχής του 1930 να θέλουν να επιλύουν τις διαφορές τους για οποιοδήποτε θέμα με τη δημοκρατική αρχή της ψηφοφορίας.

Η εφαρμογή της ψηφοφορίας στην επιλογή των Διευθυντών μετατρέπει τη δημοκρατική ψήφο  σ’ ένα αυταρχικό μέτρο. Στόχος του δεν είναι  η επιλογή των ικανών και προσοντούχων εκπαιδευτικών, αλλά  ο αποκλεισμός των ανεπιθύμητων από όλες τις διευθυντικές θέσεις της εκπαιδευτικής ιεραρχίας. Το πρώτο και σημαντικότερο μειονέκτημα αυτής της διαδικασίας είναι ότι οι ψηφοφόροι δε θα γνωρίζουν τους περισσότερους από τους υποψήφιους, αφού αυτοί θα προέρχονται από άλλες σχολικές μονάδες ή και από άλλες περιφέρειες, πόλεις ή και νομούς. Με ποια κριτήρια λοιπόν θα ψηφίζουν κάποιον τον οποίο δε γνωρίζουν;  Απλά θα γίνεται αυτό που συμβαίνει στις εκλογές της ΔΟΕ-ΟΛΜΕ. Θα ψηφίζουν τον εκλεκτό του κόμματος, το οποίο υποστηρίζουν ή του συνδικάτου. Θα «παίρνουν δηλ. γραμμή», όπως συνέβη με την πολύ γνωστή περίπτωση της καθηγήτριας, που δε δέχτηκε στην τάξη της το Σύμβουλο, επειδή πάρει εντολή από το «όργανό» της, δηλ την ΟΛΜΕ. Για να μπορέσει ασφαλώς ο ικανός υποψήφιος, που συνήθως δε συνδικαλίζεται, να γίνει γνωστός στους ψηφοφόρους του, θα πρέπει ν’ αρχίσει να προσεγγίζει τους εκπαιδευτικούς του σχολείου, για να τους «γοητεύσει», ή τους συνδικαλιστές και τα κομματόσκυλα του κυβερνητικού βασικά κόμματος. Να εξευτελίζεται δηλ., για να καταλάβει μια θέση, η οποία θα έπρεπε ν’ αποτελεί την επιβράβευση από την Πολιτεία για τις πρωτοβουλίες που ανέλαβε, τις δραστηριότητες που ανέπτυξε και τις μεταπτυχιακές του σπουδές, που τόσο μόχθο απαιτούν. Κι επειδή οι πραγματικά ικανοί δε θέλουν να υποστούν μια τέτοια ταπείνωση, απλά δε θα επιδιώξουν να γίνουν Διευθυντές. Αν μάλιστα κάποιοι τολμήσουν να θέσουν υποψηφιότητα χωρίς να διεξάγουν «εκλογική εκστρατεία», θα πάρουν ασφαλώς κάτω από το 20% των ψήφων, οπότε θα αποκλειστούν από τη συνέχεια της διαδικασίας. Κι έτσι θ’ απομείνουν ως υποψήφιοι τα «δικά μας παιδιά». Μια δεύτερη επίσης παρενέργεια του μέτρου της εκλογής  θα είναι να μην μπορεί ο εκλεγμένος Διευθυντής π.χ. να κάνει παρατήρηση  στον ασυνεπή εκπαιδευτικό ή να διευθύνει το σχολείο όπως θα ήθελε, γιατί θα εκβιάζεται από τους ασυνεπείς εκπαιδευτικούς και τους συνδικαλιστές πως δε θα τον επανεκλέξουν. Έτσι υποψηφιότητα θα καταθέτουν μόνον όσοι έχουν κομματικές ή συνδικαλιστικές πλάτες. Κι αφού ο κομματικοσυνδικαλιστικός μηχανισμός εκλέξει  ως Διευθυντές των σχολικών μονάδων «δικά μας παιδιά», είναι εύκολο ύστερα να εκλεγούν «δικοί μας» Διευθυντές των παραπάνω κλιμακίων. Με το γοητευτικό «δημοκρατικό» λοιπόν μέτρο της ψηφοφορίας ξαναγυρίζουμε ή όχι στη δεκαετία του 1980;

Στη διαδικασία βέβαια της ψηφοφορίας ανακύπτουν και πολλά πρακτικά προβλήματα, που θα πρέπει να ξεπεραστούν. Πρώτα - πρώτα πότε θα διεξάγεται. Φαντάζομαι πως η επιλογή των Διευθυντών θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου, ώστε η σχολική χρονιά να ξεκινήσει με τους Διευθυντές στη θέση τους. Μόνο που συνήθως με τις αργοπορημένες μεταθέσεις, τις ενστάσεις κλπ. πολλοί εκπαιδευτικοί μέχρι το Σεπτέμβρη δε γνωρίζουν το σχολείο, που θα υπηρετήσουν και πάρα πολλά σχολεία το προσωπικό τους. Αλλά  κι αν ακόμα  όλα αυτά τα προβλήματα λύνονται έγκαιρα, η τελική επιλογή, η εξέταση των ενστάσεων και οι τοποθετήσεις θα απαιτούν χρόνο. Και τα σχολεία πρέπει να λειτουργούν με Διευθυντές.

Στο σχόλιό μου προσπάθησα να επισημάνω μερικές από τις καταλυτικά αρνητικές παρενέργειες στην εκπαίδευση, που θα φέρει το νέο «φρούτο», που επέβαλε η νέα ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας,  την εκλογή  δηλ. Διευθυντών στα σχολεία από τους εκπαιδευτικούς. Όπως και πιο πάνω τόνισα, στην πραγματικότητα εκείνο που έχει ως στόχο ο Υπουργός είναι όχι να επιλέγονται οι άξιοι, αλλά  από τη μια να αποκλείονται οι ανεπιθύμητοι κι από την άλλη να επιλέγονται ως Διευθυντές τα «κομματικά παιδιά», κάτι που γίνονταν μέχρι το 2011.


Συντάκτες

Ενημερωτικό δελτίο