ShareThis
Η Javascript πρέπει να είναι ενεργοποιημένη για να συνεχίσετε!

Άρθρα

Τα αναγνωστικά του δημοτικού μετά το 1976

Για μήνες τώρα η κυριακάτικη εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ είχε την καλοσύνη να προσφέρει στους αναγνώστες της τα ‘Αναγνωστικά’ διαφόρων τάξεων του Δημοτικού σχολείου, που χρησιμοποιήθηκαν από το τέλος του 19ου αιώνα μέχρι τη δεκαετία του 1970. Η πολύτιμη αυτή προσφορά της εφημερίδας έδωσε τη δυνατότητα σε όλους μας από τη μια να παρακολουθήσουμε τη γλωσσική εκπαίδευση των ελληνόπουλων μέχρι τη μεταρρύθμιση του 1976 κι από την άλλη να κάνουμε μια σύγκριση με τα βιβλία ‘γλώσσας’, που χρησιμοποιούνται σήμερα στο σχολείο. Ακόμα και με ένα απλό ξεφύλλισμα των βιβλίων μπορεί εύκολα να παρατηρήσει κανείς τα ακόλουθα.

1.      Το σύνολο των βιβλίων, εκτός από τα βιβλία της μεταρρύθμισης του 1917 και 1930, είναι γραμμένα στην καθαρεύουσα. Η καθαρεύουσα όμως αυτή δεν είναι ομοιογενής. Η ανομοιογένεια  παρατηρείται τόσο στη μορφολογία όσο και στην ορθογραφία. Κάθε βιβλίο χρησιμοποιεί τη δική του σχεδόν μορφολογία. Πολλές φορές στο ίδιο βιβλίο για το ίδιο αντικείμενο χρησιμοποιείται πότε ο τύπος της καθαρεύουσας και πότε της δημοτικής, π.χ. εις τας κεφαλάς-εις τα κεφάλια, από τας χείρας-από τα χέρια. Ακόμα ρήματα προερχόμενα από το λεξιλόγιο της δημοτικής χρησιμοποιούνται στον παρατατικό και τον αόριστο με την αύξηση, για να φαίνονται καθαρευουσιάνικα, π.χ. ε-πηγαίναμεν / ε-πήγαν. Τέλος, η ορθογραφία μερικών λέξεων διέφερε από βιβλίο σε βιβλίο, π.χ. κυττάζω-κοιτάζω, είνε-είναι.

2.      Το αναγνωστικό χρησιμοποιούνταν ως εργαλείο, για να μαθαίνουν τα παιδιά ανάγνωση, γραφή και ορθογραφία. Δεν καλλιεργούνταν καμιά από τις επικοινωνιακές γλωσσικές δεξιότητες είτε του προφορικού είτε του γραπτού λόγου. Η γραμματική της καθαρεύουσας, που στην πραγματικότητα ήταν της Αττικής διαλέκτου με κάποιες μικροτροποποιήσεις κυρίως στο ρηματικό κλιτικό σύστημα, διδάσκονταν ως ξεχωριστό μάθημα χωρίς να σχετίζεται με το μάθημα της έκθεσης, η οποία διδάσκονταν ή καλύτερα γράφονταν άλλη ώρα. Επειδή το παιδί έπρεπε να μάθει να χρησιμοποιεί στην έκθεση, στο γραπτό του δηλ. λόγο, τη διάλεκτο της καθαρεύουσας, που ήταν τελείως διαφορετική από αυτή που το ίδιο χρησιμοποιούσε επικοινωνώντας με τους άλλους και φυσικά δεν τη γνώριζε, το κύριο βάρος της γλωσσικής διδασκαλίας ήταν επόμενο να πέφτει στη διδασκαλία της γραμματικής. Έτσι στην πραγματικότητα το παιδί δε διδάσκονταν τη γλώσσα, έστω και την καθαρεύουσα, αλλά όλη τη μεταγλώσσα. Επόμενο ήταν ικανός στο γλωσσικό μάθημα να θεωρείται ο μαθητής, που μπορούσε να αναγνωρίσει την κατηγορία στην οποία ανήκει μια λέξη (ουσιαστικό, ρήμα, επίρρημα κλπ), να κλίνει τις λέξεις, να αναγνωρίζει το είδος των προτάσεων καθώς και τη συντακτική θέση κάθε λέξης μέσα στην πρόταση. Αλλά ούτε ο μαθητής ούτε ο δάσκαλος διέθεταν κάποιο βοήθημα με ασκήσεις, για τη διδασκαλία της γραμματικής. Ο δάσκαλος αυτοσχεδίαζε. Γι’ αυτό και η πιο συνηθισμένη άσκηση που ανέθετε ήταν: να αναγνωριστούν και να  κλιθούν οι λέξεις

3.      Αποτέλεσμα των παραπάνω ήταν στην κεφαλή του παιδιού να υπάρχει απόλυτη γλωσσική σύγχυση και να πάσχει από “λειτουργικό αναλφαβητισμό”, μια που έξω από την τάξη μιλούσε το μητρικό του ιδίωμα, ενώ στην τάξη διδάσκονταν γραμματική ενός άγνωστου ελληνικού ιδιώματος και προσπαθούσε να γράψει τις σκέψεις του σ’ ένα άγνωστο ιδίωμα, μια μιξοκαθαρεύουσα, που χρησιμοποιούνταν μόνο στα σχολικά βιβλία και στα γραπτά κείμενα των ενηλίκων.

Παραβάλλοντας τα «Αναγνωστικά» με τα βιβλία της «Γλώσσας» που χρησιμοποιούν οι σημερινοί μαθητές, δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσει κανείς ότι τα σημερινά βιβλία είναι γραμμένα στο γλωσσικό ιδίωμα που χρησιμοποιείται από όλους μέσα κι έξω από την τάξη. Τα κείμενα και οι ασκήσεις που περιέχονται στα βιβλία καλλιεργούν από την Α΄ Δημοτικού μέχρι τη Γ΄ Λυκείου τις ίδιες επικοινωνιακές γλωσσικές δεξιότητες. Υπάρχει απόλυτη μορφολογική και ορθογραφική ομοιογένεια. Επιπλέον ο εκπαιδευτικός εφοδιάζεται με «Το βιβλίο του εκπαιδευτικού», το οποίο ο δάσκαλος της γλώσσας συμβουλεύεται, προκειμένου να γίνει πιο αποτελεσματικός στη δουλειά του και δεν αφήνεται ακαθοδήγητος να αυτοσχεδιάσει. Έτσι, η γλωσσική παιδεία των μαθητών στηρίζεται στις  πιο σύγχρονες επιστημονικές αντιλήψεις, με αποτέλεσμα την ολοκληρωμένη γλωσσική κατάρτιση τους

Συχνά ακούω και διαβάζω από ενήλικες που έχουν γεννηθεί πριν από τη δεκαετία του ΄60 πως τάχα τότε μάθαιναν ‘καλά’ ελληνικά. Πρόκειται για ένα ‘παραμύθι’ που δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Απλά κολακεύει το ‘εγώ’ των ενηλίκων, ενώ η πραγματικότητα είναι πως μ’ εκείνα τα ‘Αναγνωστικά’ κάτι μιξοβάρβαρα ελληνικά μαθαίναμε, σε αντίθεση με τους σημερινούς μαθητές που μαθαίνουν και χρησιμοποιούν πολύ καλά τη μητρική τους γλώσσα, ώστε να μπορούν να επικοινωνούν αποτελεσματικά στις διάφορες περιστάσεις επικοινωνίας.


Συντάκτες

Ενημερωτικό δελτίο