Είναι γνωστό το διοικητικό και παιδαγωγικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η διδασκαλία της Ιστορίας στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Χρόνια τώρα είναι κυρίαρχη η παρουσία γραφειοκρατικών μηχανισμών που υιοθετούν μια στάση είτε διαχειριστικής παρεμπόδισης αλλαγών είτε φοβικής αδράνειας απέναντι σε κάθε αλλαγή στη σχολική ιστορία. Αυτά είναι μακροχρόνια φαινόμενα - και όχι αποτελέσματα της οικονομικής κρίσης- , μέσα από τα οποία αναδεικνύεται ένα πολιτικό και ιδεολογικό περιβάλλον υπονόμευσης της διδασκαλία της σχολικής ιστορίας στην Ελλάδα σήμερα ως απόρροια μιας ιδιότυπης συναινετικής πολιτικής επιλογής με σαφείς στόχους, η οποία ήδη αποδίδει καρπούς!
Πιο συγκεκριμένα τα δύο τελευταία χρόνια βιώσαμε δύο περιπτώσεις πολιτικού ανορθολογισμού και γραφειοκρατικής θρασυδειλίας απέναντι στη σχολική ιστορία.
Η πρώτη περίπτωση συνδέεται με το πρόγραμμα Σπουδών της Ιστορίας για την υποχρεωτική εκπαίδευση που συντάχθηκε από επιστημονική ομάδα μετά από απόφαση της Υπουργού Παιδείας και δεν εφαρμόστηκε πιλοτικά όπως τα προγράμματα σπουδών των άλλων μαθημάτων, αλλά απορρίφθηκε χωρίς επίσημη θεσμική και επιστημονική τεκμηρίωση. Η Επιστημονική Ομάδα Σύνταξης του Προγράμματος αυτού δημοσιεύει σήμερα στη ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ το πολύ ενδιαφέρον Χρονικό της προσπάθειας αυτής για την αναμόρφωση της διδασκαλίας της Ιστορίας στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Η ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ με αφορμή τη δημοσίευση του κειμένου αυτού ξεκινά ένα δημόσιο διάλογο για το θέμα προσκαλώντας και προκαλώντας την αρμόδια τότε υπουργό αλλά και τους υπεύθυνους (τόσο για επιστημονικό αντικείμενο της Ιστορίας όσο και για τα νέα προγράμματα σπουδών) του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου να καταθέσουν μέσα από τις στήλες του περιοδικού τις απόψεις τους.
Η δεύτερη περίπτωση συνδέεται με το νέο βιβλίο ιστορίας της ΣΤ' Δημοτικού το οποίο αφού ανατέθηκε ουσιαστικά από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο μετά από αφόρητη πίεση του Υπουργείου Παιδείας επί Νέας Δημοκρατίας, ολοκληρώθηκε επί υπουργείας κ. Διαμαντοπούλου αλλά έμεινε, πολύ κακώς, στα συρτάρια του Υπουργείου ενώ έπρεπε να ενταχθεί στην πιλοτική εφαρμογή ώστε να αξιολογήσουν οι εκπαιδευτικοί της τάξης την καταλληλότητά του. Όταν στο Υπουργείο Παιδείας ανέλαβε υπηρεσία ο κ. Αρβανιτόπουλος με αρμοδιότητα τα θέματα της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης τον απασχόλησε αμέσως το θέμα του βιβλίου αυτού (καθόλου τυχαίο όπως φαντάζεστε) και ανακοίνωσε, πολύ λογικά, ότι θα ενταχθεί στην πιλοτική εφαρμογή του νέου σχολικού έτους. Στη συνέχεια ανέλαβε τα ηνία του Υπουργείου Παιδείας ο κ. Γιώργος Μπαμπινιώτης ο οποίος σαν να ήταν σε διατεταγμένη (πολιτική-ιδεολογική) υπηρεσία αποφάσισε εξασφαλίζοντας και την πολιτική συναίνεση(!) της κ. Χριστοφιλοπούλου να ενταχθεί κανονικά το βιβλίο τη νέα χρονιά στα σχολεία ισχυριζόμενος ότι έγινε πιλοτική εφαρμογή λίγες μέρες πριν τη λήξη του σχολικού έτους! Η ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ ερευνώντας προσεκτικά το θέμα θέτει μια σειρά από εύλογα ερωτήματα και καλεί τον τότε Υπουργό Παιδείας κ.Μπαμπινιώτη (και τις υπηρεσίες του Υπουργείου) να απαντήσει δημοσιοποιώντας όλα τα σχετικά έγγραφα-στοιχεία:
Από τα παραπάνω διαφαίνεται η πολιτική και ιδεολογική συνωμοσία που κρύβεται πίσω από τα δύο αυτά γεγονότα υπονόμευσης του μαθήματος της Ιστορίας. Το δυσάρεστο όμως είναι ότι δεν πειράζει κανέναν αυτή η κατάσταση, αρκεί τα παιδιά να μη μάθουν να κρίνουν και να ερευνούν, αλλά να αποδέχονται άκριτα ό,τι γράφει το σχολικό βιβλίο και να παίρνουν μεγάλους βαθμούς. Αν μετά αποφοιτούν από το Λύκειο και έρχονται στο Πανεπιστήμιο αγνοώντας στοιχειώδη πράγματα της ελληνικής ιστορίας είναι στοιχείο που μάλλον χαροποιεί τους πολιτικούς μηχανισμούς, οι οποίοι προτιμούν την ιστορική άγνοια από την αμφισβήτηση των εθνικών μύθων, ιδιαίτερα σήμερα που η παρούσα οικονομική - και όχι μόνο - κρίση απαιτεί την ύπαρξη πολιτών με σύνθετες ικανότητες προσέγγισης του παρελθόντος και του παρόντος. Θα καταλήξουμε με τα λόγια του Ουίλλιαμ Μόρρις (τα παραθέτει ο Α. Λιάκος στο βιβλίο του "Αποκάλυψη,Ουτοπία και Ιστορία" εκδ. Πόλις):
"Αν δεν έχουμε καμιά ελπίδα για το μέλλον, τότε δεν βλέπω πώς θα μπορούσαμε να στρέψουμε το βλέμμα μας στα περασμένα με ευχαρίστηση".
Και θα προσθέσουμε:
Αν θέλουμε να μη μείνουμε χωρίς ελπίδα για το μέλλον, θα πρέπει να στρέψουμε ξανά το βλέμμα μας στο παρελθόν μέσα από μια ριζική αναθεώρηση του τρόπου μελέτης του, πρώτα και κύρια στην εκπαίδευση!