‘Ever tried. Ever failed. No matter. Try again. Fail again. Fail Better’ S. Becket
Το χρονικό μιας προσπάθειας για την αναμόρφωση της διδασκαλίας της Ιστορίας στην υποχρεωτική εκπαίδευση
Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του Νέου Προγράμματος Σπουδών Ιστορίας για την υποχρεωτική εκπαίδευση (Δημοτικό - Γυμνάσιο), με την παρέλευση ακριβώς ενός έτους από την κατάθεση της πρότασής της, αισθάνεται την ανάγκη να παρουσιάσει τη θέση της και το σκεπτικό δόμησης του Π.Σ. Θεωρήσαμε ότι έπρεπε μα περιμένουμε έως ότου ξεκαθαρίσει πλήρως το τοπίο για την τύχη του Π.Σ. που προτείναμε, κάτι το οποίο οριστικοποιήθηκε πρόσφατα. Το Π.Σ. Ιστορίας είναι ως να μην έχει ποτέ κατατεθεί - μια μαύρη τρύπα στην Ιστορία της Ελληνικής Ιστορικής Εκπαίδευσης.
Πριν από ένα χρόνο, στις 15 Απριλίου 2011, η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (Π.Ι.) "Κοινωνικές Επιστήμες - Ιστορία" παρέδωσε, ως όφειλε, στο Π.Ι. και στο Υπουργείο Παιδείας (ΥΠΔΒΜΘ), ένα νέο πλήρες Πρόγραμμα Σπουδών (Π.Σ.) Ιστορίας για το Δημοτικό και το Γυμνάσιο. Το νέο Π.Σ., έκτασης περίπου 200 σελίδων, περιλαμβάνει μαθησιακούς στόχους, θεματικές ενότητες, διδακτικά παραδείγματα (σενάρια μαθημάτων, σχέδια εργασίας) και σχετική βιβλιογραφία για κάθε τάξη της Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης και συνοδεύεται από πολυσέλιδο «Οδηγό για τον Εκπαιδευτικό». Όπως προβλεπόταν από τις οδηγίες του ΥΠΔΒΜΘ και του Π. Ι., η Επιτροπή διαμόρφωσε το νέο Π.Σ. Ιστορίας σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα μαθήματα Κοινωνικών Επιστημών (Κοινωνική - Πολιτική Αγωγή, Οικιακή Οικονομία), καθώς και με τις ενότητες κοινωνικών σπουδών του μαθήματος της Γεωγραφίας, για τα οποία η Επιτροπή επίσης κατέθεσε Προγράμματα Σπουδών την ίδια ημερομηνία. Σύμφωνα με την πολιτική βούληση του ΥΠΔΒΜΘ, αλλά και τη διεθνή 2 πρακτική, σε ό,τι αφορά τα νέα Π.Σ. η Ιστορία θα έπρεπε να «συνομιλεί» με τις υπόλοιπες Κοινωνικές Επιστήμες, όπως συνέβη αντίστοιχα και με τα μαθήματα Φυσικής, Χημείας, Βιολογίας στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για τις Φυσικές Επιστήμες. Γι' αυτό, άλλωστε, το ΥΠΔΒΜΘ και το Π.Ι., τα οποία είχαν αποφασιστική αρμοδιότητα ως προς τη σύνθεση της Επιτροπής, είχαν εντάξει σε αυτήν όχι μόνο ιστορικούς από όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης αλλά και πολιτικούς επιστήμονες και κοινωνιολόγους και είχαν αναθέσει το συντονισμό των Π.Σ. αυτών των μαθημάτων σε πολιτικό επιστήμονα.
Μετά την κατάθεση των νέων Π.Σ., το ΥΠΔΒΜΘ προχώρησε στην πιλοτική εφαρμογή τους σε 188 Δημοτικά και Γυμνάσια, εξαιρώντας μόνο ένα Π.Σ., αυτό της Ιστορίας. Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων (δηλαδή η ομάδα που το συνέταξε) δεν έλαβε ποτέ επίσημη ενημέρωση για το Π.Σ. Ιστορίας που κατέθεσε ούτε κλήθηκε να το παρουσιάσει σε κάποιον στο ΥΠΔΒΜΘ ή στο Π.Ι. οι οποίοι είχαν παραγγείλει τη συγγραφή και ολοκλήρωση του νέου Π.Σ. σε ασφυκτικούς χρόνους (Νοέμβριος 2010 - Απρίλιος 2011). Τον Σεπτέμβριο του 2011 ανακοινώθηκε σε μέλη της Επιτροπής - προφορικά και επ' ευκαιρία άλλης συνάντησης στο Π.Ι. - ότι ειδικά για το Π.Σ. Ιστορίας δεν υπήρξε συναίνεση για την πιλοτική εφαρμογή του. Ευλόγως, η Επιτροπή που συνέταξε το νέο Π.Σ. ανέμενε την κριτική αξιολόγηση ή σχετική ενημέρωση του Υπουργείου. Χωρίς να έχει αξιολογηθεί το νέο ΠΣ Ιστορίας, ούτε από την επιστημονική κοινότητα ούτε από εκπαιδευτικούς με βάση την πιλοτική εφαρμογή του στη σχολική αίθουσα, παρήλθε ένα έτος μέχρι το Πάσχα του 2012, όταν η νέα ηγεσία του ΥΠΔΒΜΘ ανακοίνωσε τη σύσταση άλλης Επιτροπής με αντικείμενο τη σύνταξη νέου Π.Σ. Ιστορίας.
Το Π.Σ. Ιστορίας το οποίο κατατέθηκε ως πρόταση προς το ΥΠΔΒΘ συντάχθηκε με βάση σύγχρονες τάσεις για τη διδασκαλία του αντικειμένου, με στόχο τη ριζική αλλαγή της ισχύουσας διδακτικής μεθόδου. Οι διδακτικές προσεγγίσεις στο ελληνικό σχολείο, στην πλειονότητά τους, βασίζονται στη μετωπική διδασκαλία - αφήγηση και στην αποστήθιση χρονολογιών και ονομάτων, χωρίς - παρά τις όποιες προσπάθειες σε επίπεδο προγραμματικών εξαγγελιών και καταγεγραμμένης στοχοθεσίας - ουσιαστική παράθεση πολυπρισματικών προσεγγίσεων, εναλλακτικών αφηγήσεων με τη 3 μορφή παραθεμάτων και ιστορικών πηγών, χωρίς ουσιαστική αξιοποίηση πολυτροπικών μέσων, ομαδοσυνεργατικών μαθησιακών διαδικασιών, με αδυναμία ενεργοποίησης της ανακαλυπτικής διάθεσης των μαθητών και καλλιέργειας της κριτικής τους σκέψης. Με άλλα λόγια η Ιστορία στο ελληνικό σχολείο εξακολουθεί να διδάσκεται με τον ίδιο τρόπο που διδασκόταν εδώ και δεκαετίες. Όσοι εκπαιδευτικοί προσπαθούν να δοκιμάσουν και να δοκιμαστούν σε νέους, διαφορετικούς τρόπους διδασκαλίας αντιμετωπίζουν πολύ μεγάλα προβλήματα, καθώς πρέπει να ισορροπήσουν ανάμεσα σε όλα αυτά που σχεδιάζουν και επιδιώκουν να υλοποιήσουν και σε ένα ασφυκτικό Αναλυτικό Πρόγραμμα που από τη δομή του δεν επιτρέπει την ευελιξία. Εκτιμώντας όλα αυτά, η Επιτροπή πρότεινε μια ριζική αλλαγή της διάρθρωσης του Π.Σ. τόσο ως προς τη μεθοδολογία όσο και ως προς το περιεχόμενο.
Η συγκρότηση του προτεινόμενου Π.Σ. για το μάθημα της Ιστορίας στην Υποχρεωτική Εκπαίδευση βασίστηκε στη μελέτη του ισχύοντος έως σήμερα στη χώρα μας Αναλυτικού Προγράμματος, στη μελέτη αντίστοιχων σύγχρονων Π.Σ. Ιστορίας που εφαρμόζονται σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και σε αναλυτική διερεύνηση σύγχρονων προσεγγίσεων της ιστορικής εκπαίδευσης. Βασικός σκοπός της εργασίας αυτής ήταν η πρόταση ενός Π.Σ. για τη σχολική Ιστορία που θα στηρίζεται σε σύγχρονες αντιλήψεις για την ιστορική εκπαίδευση, ενώ παράλληλα θα λαμβάνει υπόψη ευαισθησίες της ελληνικής κοινωνίας χωρίς να προδίδει κατ’ ελάχιστον την επιστημονική προσέγγιση του αντικειμένου.
Η Υποχρεωτική Εκπαίδευση αντιμετωπίστηκε ως μια ενιαία εκπαιδευτική βαθμίδα με τη συμπλήρωση της οποίας οι μαθητές θα πρέπει να έχουν ολοκληρώσει τη βασική τους ιστορική εκπαίδευση και να έχουν δομήσει κριτική ιστορική γνώση, να έχουν αναπτύξει κριτική σκέψη και να έχουν καλλιεργήσει ερευνητικές και επικοινωνιακές δεξιότητες στο πλαίσιο του ιστορικού και κοινωνικού γραμματισμού. Ειδικότερα, θα πρέπει να έχουν καλλιεργήσει τις δεξιότητες ιστορικής ερμηνείας, στόχος ο οποίος αποβλέπει στο να κατανοήσουν τα παιδιά τι είναι η Ιστορία, πώς διαμορφώνονται οι ιστορικές ερμηνείες και πώς διακρίνονται οι ιστορικές αφηγήσεις από άλλες, μη ιστορικές, να έχουν κατανοήσει τις σχέσεις μεταξύ παρελθόντος και παρόντος και τη σημασία της διαμόρφωσης ουσιαστικών ιστορικών 4 ερωτημάτων που απαιτούνται για να καθοδηγούν την προσέγγιση του παρελθόντος με ιστορικούς όρους. Επίσης, θα πρέπει να έχουν κατανοήσει το ότι η δόμηση γνώσης ως προς το παρελθόν βασίζεται στην κριτική χρήση πρωτογενών και δευτερογενών πηγών και στην ερμηνεία τους ως ιστορικών μαρτυριών, να έχουν κατανοήσει τη φύση των ιστορικών ερμηνειών και το πώς η Ιστορία και το παρελθόν μπορούν να χρησιμοποιηθούν και έχουν χρησιμοποιηθεί για πολιτικούς και ιδεολογικούς σκοπούς. Με άλλα λόγια, το Π.Σ. σκοπεύει στον ιστορικό γραμματισμό των μαθητών μέσα από τον οποίο κατακτάται κριτική ιστορική γνώση, σκέψη και συνείδηση και καλλιεργείται διαρκές ενδιαφέρον, αγάπη για την ιστορία και η αντίληψη ότι έχει νόημα και θέση στη ζωή τους.
Η Επιτροπή Εμπειρογνωμώνων για τη σύνταξη του Π.Σ. επέλεξε να μην υιοθετήσει το σπειροειδές μοντέλο ανάπτυξης προγραμμάτων, το οποίο χρησιμοποιείται ως σήμερα στη χώρα μας και το οποίο επιβάλλει με ελάχιστες διαφοροποιήσεις την επανάληψη της διδακτικής ιστορικής ύλης στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο (και στο Λύκειο) στο κλασικό σχήμα Αρχαία – Βυζαντινή / Μεσαιωνική – Νεότερη / Σύγχρονη Ιστορία, με αποτέλεσμα η ποσότητα της υποχρεωτικά διδασκόμενης ύλης να επισκιάζει κάθε προσπάθεια για ανάλυση, εμβάθυνση, ποιοτική προσέγγιση και σύνδεση ιστορικών περιόδων μεταξύ τους. Άλλωστε, αυτή η σπειροειδής επαναληπτική ανάπτυξη της ύλης ελάχιστα πλέον χρησιμοποιείται σε αντίστοιχα Π.Σ. Ιστορίας στην Ευρώπη.
Αντί αυτού του σχήματος αναπτύχθηκε ένα Π. Σ. το οποίο προσεγγίζει τον κόσμο της ιστορίας ήδη από την Προσχολική και Πρωτοσχολική Ηλικία και βαθμιαία εισάγει τους μαθητές σε πιο σύνθετες μαθησιακές διαδικασίες και έννοιες για να φτάσει στην ολοκλήρωσή του (όσον αφορά τη γραμμική χρονολογική ιστορική εξέλιξη) στη Β΄ Γυμνασίου. Η Γ’ Γυμνασίου λειτουργεί ως τάξη κριτικής ιστορικής εμβάθυνσης σε φαινόμενα και γεγονότα του παρελθόντος που συνδέονται με τη διδακτέα ύλη όλων των παρελθόντων ετών. Στην τάξη αυτή προτείνεται η επεξεργασία καίριων ζητημάτων του 21ου αιώνα, καθώς και σημαντικών ιστορικών θεμάτων, σε σχέση με την πορεία τους και τις διαφορετικές εκφάνσεις τους στο χρόνο, από την Προϊστορία έως το παρόν. Η κατανομή αυτή αναμένεται να διευκολύνει τα παιδιά στην τελευταία τάξη της υποχρεωτικής εκπαίδευσης να εμβαθύνουν στην προϋπάρχουσα γνώση, να προσεγγίσουν ιδιαίτερα απαιτητικά θέματα στα 5 οποία η έλλειψη σχετικής ωριμότητας δεν επέτρεπε να το κάνουν σε βάθος σε προηγούμενες τάξεις (π.χ. λειτουργία Αθηναϊκής Δημοκρατίας και σύγχρονες δημοκρατίες, Θεσμοί και φιλανθρωπία στο Βυζάντιο και σήμερα, Φεουδαρχία και φεουδαρχικοί θεσμοί, Ισλάμ και Δύση - σύγκρουση πολιτισμών, Διαφωτισμός και ανθρώπινα δικαιώματα, Μορφές δουλείας στο χρόνο, Τέχνη και εποχή, Βιομηχανική Επανάσταση και ιδεολογικά κινήματα, κλπ). Η πρόταση αυτή είναι ιδιαίτερα καινοτόμα, καθώς αξιοποιεί την αυτενέργεια των εκπαιδευτικών και κινητοποιεί το ενδιαφέρον των μαθητών τοποθετώντας την Ιστορία στη ζωή και την καθημερινότητά τους και προ(σ)καλώντας τους να θέσουν ερωτήματα πλήρη νοήματος γι αυτούς.
Οι μαθητές και οι μαθήτριες στο πλαίσιο αυτού του Π.Σ. Ιστορίας αντιμετωπίζονται ως σκεπτόμενα ενεργητικά υποκείμενα, οι μαθησιακές δυνατότητες των οποίων σε κάθε σχολική τάξη και βαθμίδα δεν εκλαμβάνονται μόνον σε σχέση με την ηλικία τους, αλλά και σε σχέση με την έμφυλη, πολιτισμική, κοινωνική σύνθεση των ομάδων, τις προηγούμενες γνώσεις, αντιλήψεις και ιδέες τους, τις πολύπλευρες ιδιαιτερότητες, ικανότητες και ανάγκες τους, καθώς και σε σχέση με το άμεσο και ευρύτερο εκπαιδευτικό, οικογενειακό, κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον τους, σε σχέση με το αντίστοιχο κυρίαρχο περιβάλλον της χώρας, το ευρύτερο ευρωπαικό και παγκόσμιο περιβάλλον, αλλά και το σύγχρονο τεχνολογικό πλαίσιο πληροφόρησης και επικοινωνίας (Δημόσια Ιστορία, οπτικός και μιντιακός γραμματισμός).
Προϋπόθεση για να μπορούν οι εκπαιδευτικοί να ανταποκρίνονται στις σχετικές με το προτεινόμενο ΠΣ διδακτικές απαιτήσεις είναι η κατάλληλη ιστορική εκπαίδευσή τους και σχετική κατάρτιση και επιμόρφωση, καθώς θα πρέπει να διαθέτουν ουσιαστική ιστορική γνώση ως προς το περιεχόμενο του μαθήματος, ως προς την ιστορική μέθοδο, καθώς και γνώση και εμπειρία ως προς τη διδακτική της Ιστορίας και τη δημιουργία / παραγωγή και αξιοποίηση πολύπλευρου και πολυτροπικού εκπαιδευτικού υλικού, σύμφωνα με τις σύγχρονες προσεγγίσεις της ιστορικής εκπαίδευσης. Για να συνταχθεί το νέο Π.Σ. οι αρχές αυτές κατατέθηκαν ως προαπαιτούμενες με ξεκάθαρο τρόπο και η αρμόδια ηγεσία του ΥΠΔΒΜΘ έδωσε, πολλάκις, σχετικές διαβεβαιώσεις.
Ως προς τη διαμόρφωση της διδακτέας ύλης, αυτή συγκροτείται εκλαμβάνοντας ως διδακτικό αντικείμενο τόσο την Ιστορία ως περιεχόμενο (Ελληνική ιστορία σε σχέση με την τοπική ιστορία αλλά και το ευρύτερο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο ιστορικό πλαίσιό της), όσο και την Ιστορία ως πειθαρχία (τι είναι η Ιστορία, βασικές ιστορικές έννοιες και ιστορική μέθοδος).
Ως προς την εκπαιδευτική διαδικασία, η ύλη, ο σκοπός και οι γενικοί και επιμέρους στόχοι που αναπτύσσονται σε κάθε τάξη διασυνδέονται στενά με την ύλη, τον σκοπό και στόχους των άλλων τάξεων. Ειδικότερα, στην αρχή και στο τέλος κάθε σχολικού έτους προβλέπεται αριθμός διδακτικών ωρών που αποσκοπούν στην ανασκόπηση προηγούμενων γνώσεων και στην επανασύνδεσή τους με τις επόμενες, ώστε να διαμορφώνεται και να εξελίσσεται η συνολική γνώση που αποκτούν τα παιδιά από την πρώτη έως και την τελευταία τάξη της Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης, ενιαία και όχι αποσπασματικά.
Καθώς η μαθησιακή διαδικασία βασίζεται, κυρίως, σε επεξεργασία πολύπλευρου υλικού με ομαδικές δραστηριότητες και εργασίες, οι ώρες που αντιστοιχούν σε κάθε μάθημα στο εβδομαδιαίο πρόγραμμα δεν κατανέμονται μεμονωμένες μεταξύ τους σε διαφορετικές ημέρες, αλλά απαιτείται να σχηματίζουν αντίστοιχα δίωρα διδακτικά μαθήματα.
Η διαφορετική αυτή διδακτική προσέγγιση απαιτεί συνολική αλλαγή της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της νοοτροπίας τόσο από τους εκπαιδευτικούς όσο και από τους μαθητές, παράλληλα με την αναδιαμόρφωση του ωρολόγιου προγράμματος, την αξιοποίηση ποικίλου υλικού και μέσων καθώς και σύνθετες, εναλλακτικές διαδικασίες αξιολόγησης συμβατές με το πνεύμα ενός διαφορετικού, περισσότερο ‘ανοιχτού’ σχολείου.
Η προσπάθεια αυτή συνάντησε την έντονη αντίδραση θεσμικών παραγόντων του τότε Π.Ι., οι οποίοι δεν συνεργάστηκαν με την ομάδα, διαφώνησαν εξ αρχής με την ανατροπή του σπειροειδούς επαναληπτικού μοντέλου του Π.Σ. με κύριο επιχείρημα την απουσία της Αρχαίας και Βυζαντινής ιστορίας από το Γυμνάσιο - διαφωνώντας, παραβλέποντας ή αδυνατώντας να κατανοήσουν τη λειτουργία της προσέγγισης της ιστορικής ύλης συνολικά και ειδικότερα στην Γ’ Γυμνασίου. Δεν έγινε, προφανώς, κατανοητή η σημασία του να έχουν οι μαθητές, ολοκληρώνοντας την 7 υποχρεωτική εκπαίδευση, μια συνολική συνοπτική εικόνα της Ελληνικής και Ευρωπαϊκής – Παγκόσμιας Ιστορίας, καθώς και η ανάγκη αναλυτικής προσέγγισης της Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας ως βασικών στοιχείων ιστορικού και κοινωνικού γραμματισμού – πάγια έλλειψη της ιστορικής μας εκπαίδευσης, αφού οι μαθητές σπάνια διδάσκονται κάτι πέρα από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στη διάρκεια της σχολικής τους ζωής.
Η αντιπρόταση των αρμοδίων του τότε Π.Ι. ήταν «να βελτιωθούν τα υπάρχοντα Π.Σ. χωρίς να θιγούν ως προς τη φιλοσοφία και τη διάταξη της ύλης τους», κάτι το οποίο ερχόταν σε αντίφαση με τους τέσσερις πυλώνες του νέου σχολείου, ‘γνωρίζω και κατανοώ, ερευνώ και εντοπίζω, συμμετέχω και επικοινωνώ, συνδέω με τη ζωή' και οι οποίοι καθόρισαν τη δόμηση του νέου Π.Σ.. Επισημαίνεται δε ότι ουδέποτε οι αντιρρήσεις αυτές, με αναλυτική επιχειρηματολογία, δεν κατατέθηκαν γραπτώς στην Επιτροπή Σύνταξης του Π.Σ., παρά την από το νόμο και ex officio υποχρέωσή των αρμοδίων φορέων / προσώπων. Έτσι στην ουσία δεν αρθρώθηκε κανένας ουσιαστικός διάλογος. Αντίθετα, έγινε αντιληπτό ότι το Π.Σ. υπονομεύτηκε παρασκηνιακά. Αίφνης δε, τον Φεβρουάριο του 2011 και ενώ η συγγραφή του Π.Σ. ήταν σε εξέλιξη, ανακοινώθηκε με ηλεκτρονικό μήνυμα από την πολιτική ηγεσία του ΥΠΔΒΜΘ η σύσταση ομάδας εξωτερικών αξιολογητών από επτά Ιστορικά Τμήματα ΑΕΙ της χώρας (Ιόνιο, Αιγαίου, Αριστοτέλειο, Δημοκρίτειο, Θεσσαλίας, Κρήτης και Πελοποννήσου), οι οποίοι θα συνέτασσαν εκθέσεις αξιολόγησης χωρίς η Επιτροπή Εμπειρογνωμώνων να έχει την παραμικρή ανάμειξη ή σχετική γνώση, παρά μόνον εκ των υστέρων ενημέρωση. Κατατέθηκε λοιπόν ένα Π.Σ., για το οποίο δεν υπήρξε ουσιαστική ανατροφοδότηση και βεβαίως δεν δοκιμάστηκε στην πιλοτική εφαρμογή στα σχολεία – παρά τα όποια προβλήματα έχει αυτή η εφαρμογή. Αντίθετα, η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για το Π.Σ. Ιστορίας βρισκόταν σε μια διαρκή αναμονή και αβεβαιότητα, χωρίς τη δυνατότητα δημιουργικής αξιοποίησης του χρόνου ο οποίος κυλούσε.
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις και εκκλήσεις της Επιτροπής, το ΥΠΔΒΜΘ ουδέποτε έθεσε υπόψη της τα όποια σχέδια για τη διδασκαλία της Ιστορίας στο Λύκειο, στοιχείο το οποίο δυσκόλεψε πολύ την σύνταξη του Π.Σ. και επηρέασε τις επιλογές της για μια 8 ολοκληρωμένη και σε βάθος, εναλλακτική προσέγγιση της Ιστορίας στην Υποχρεωτική Εκπαίδευση. Και το αποκορύφωμα ήταν η απόσπαση της Τοπικής Ιστορίας, την οποία το νέο Π.Σ. ενέτασσε οργανικά σε όλο το φάσμα του και ειδικότερα στη Γ΄ Γυμνασίου, από το συνολικό πρόγραμμα, η οποία αποπλαισιωμένη από τον κορμό της Γενικής Ιστορίας και ενταγμένη στις «Βιωματικές Δράσεις» του Γυμνασίου, απλώνεται σε δύο τρίμηνα στη Γ΄ τάξη σε συνάφεια με την Εκπαίδευση για την Αειφόρο Ανάπτυξη (;) και με τη δυνατότητα να αναλαμβάνει τη διδασκαλία της ως δεύτερη ανάθεση εκπαιδευτικός οποιαδήποτε ειδικότητας, αφού έτσι εξυπηρετούνται οι ανάγκες της κάλυψης ωρών από διαθέσιμους εκπαιδευτικούς. Η απόφαση αυτή ελήφθη από το τότε Π.Ι., το οποίο αναμόρφωσε το Ωρολόγιο Πρόγραμμα του Γυμνασίου χωρίς να λάβει καθόλου υπόψη τις διαμαρτυρίες και διαφωνίες της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων. Επιπλέον, οι διδακτικές ώρες της Ιστορίας στη Γ΄ Γυμνασίου μειώθηκαν κατά μια ώρα εβδομαδιαίως, αφού η Τοπική Ιστορία διδάσκεται μόνο στο πρώτο και δεύτερο τρίμηνο για μια ώρα την εβδομάδα.
Για τα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων είναι σαφές πως η διδασκαλία της ιστορίας είναι επίμαχο ζήτημα για πολλές χώρες της Ευρώπης και του κόσμου και όχι μόνο για την Ελλάδα. Ωστόσο, ελληνική μόνο υπόθεση φαίνεται να είναι η συνήθης τακτική αναδίπλωσης, η οποία ακολουθεί κάθε προσπάθεια αναθεώρησης / αναμόρφωσης του τρόπου προσέγγισης του συγκεκριμένου αντικειμένου, ως εάν οι προσπάθειες αυτές απειλούν την εθνική ιστορία και το ίδιο το έθνος. Κάθε απόπειρα μετατόπισης της διδακτικής προσέγγισης από τη σπειροειδή επαναληπτική αφήγηση και την αποστήθιση γεγονότων σε προσανατολισμούς οι οποίοι εμπεριέχουν αλλαγές στους στόχους, τις διδακτικές προσεγγίσεις, τα μέσα και τα περιεχόμενα συνιστά δυνάμει απειλή. Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων στην οποία το ΥΠΔΒΜΘ ανέθεσε τη σύνταξη του νέου Π.Σ. Ιστορίας προσέγγισε το θέμα με βάση τις σύγχρονες διεθνείς αντιλήψεις αξιοποιώντας τη σχετική εμπειρία και μετά από προσεκτική μελέτη όλων των σχετικών παραμέτρων.
Το δίλημμα περιεχόμενο ή μέθοδος είναι πλασματικό. Η διδασκαλία της εθνικής ιστορίας δεν μπορεί να γίνεται ανεξάρτητα ή σε βάρος της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας ιστορίας, ενώ δεν μπορεί να παραμελείται και η διδασκαλία της τοπικής ιστορίας. Ιστορική εκπαίδευση σημαίνει πρωτίστως 9 καλλιέργεια κριτικής ιστορικής σκέψης και γνώσης. Αυτό δεν είναι δυνατόν να γίνει εφικτό χωρίς στοιχειώδη αντιστοίχιση του σύγχρονου επιστημολογικού, ιστοριογραφικού και παιδαγωγικού προβληματισμού με τη διδακτική πράξη και αυτός ήταν στόχος του νέου Π.Σ. Δυστυχώς, δεν δόθηκε η δυνατότητα της πιλοτικής εφαρμογής του προγράμματος και της ανατροφοδότησης από αυτή - και μάλιστα χωρίς ποτέ, επαναλαμβάνουμε, να ενημερωθεί η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων επισήμως και τελεσίδικα για την επιχειρηματολογία υπέρ αυτής της απόρριψης.
Αποδείχθηκε από τη στάση που υιοθετήθηκε, ότι οι αρμόδιοι φορείς και οι αντίστοιχες πολιτικές ηγεσίες δεν επέλεξαν να στηρίξουν μια εναλλακτική, διαφορετική προσέγγιση της ιστορικής εκπαίδευσης. Οι αλλαγές στη διδακτική του μαθήματος της ιστορίας και η αντίστοιχη διαφοροποίηση του σκοπού και των στόχων του προς την κατεύθυνση της καλλιέργειας της ιστορικής κριτικής σκέψης καθώς και της ανάπτυξης κοινωνικών δεξιοτήτων προϋπέθεταν πως το ΥΠΔΒΜΘ με τους χειρισμούς του θα διευκόλυνε την άρτια διαμόρφωση της σχετικής πρότασης – δημιουργώντας τις προϋποθέσεις και για ουσιαστικές βελτιωτικές τροποποιήσεις του όλου εγχειρήματος (αλλαγές στο Ωρολόγιο Πρόγραμμα, συστηματική επιμόρφωση εκπαιδευτικών, ενίσχυση υλικοτεχνικής υποδομής των σχολείων) - και στη συνέχεια θα αναλάμβανε το όποιο πολιτικό κόστος των αλλαγών αυτών. Αυτό δεν συνέβη. Η νέα Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων - Ομάδα Σύνταξης του Π.Σ. Ιστορίας συγκροτήθηκε από τον νέο Υπουργό ΠΔΒΜΘ τον Απρίλιο του 2012. Είχε παρέλθει ένας ολόκληρος χρόνος από τότε που παραδώσαμε το Π.Σ. Ιστορίας στην προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου και του πρώην Π.Ι. (Απρίλιος 2011).
Η νέα Επιτροπή αποτελείται από ιστορικούς, εκπροσώπους των πανεπιστημιακών τμημάτων Ιστορίας, εκπαιδευτικούς και τους - ίδιους - εκπροσώπους του πρώην Π.Ι., οι οποίοι καλούνται να συντάξουν το νέο Π.Σ. Ιστορίας για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης μέσα σε δυο μήνες (!). Ευχόμαστε ολόψυχα και ειλικρινά καλή επιτυχία στο έργο τους με την ελπίδα ότι θα αξιοποιήσουν - κατά το δυνατόν - τα καινοτόμα στοιχεία του απορριφθέντος Π.Σ. και δεν θα αφήσουν να χαθεί μια ευκαιρία αναμόρφωσης 10 και εκσυγχρονισμού της διδασκαλίας της Ιστορίας στο Ελληνικό σχολείο για άλλη μια φορά.