Αν εξαιρέσει κανείς τη γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1976, κάθε φορά που μια κυβέρνηση προσπαθεί να εκσυγχρονίσει το εκπαιδευτικό σύστημα και να το προσαρμόσει στις κοινωνικές ανάγκες της εποχής, ξεκινάει μια σφοδρή αντίδραση, η οποία προέρχεται συνήθως από τις ίδιες κοινωνικές, πολιτικές και θρησκευτικές ομάδες. Το περίεργο βέβαια είναι ότι οι ξεσηκωμένες αυτές ομάδες θρηνολογούν για την υποτιθέμενη κατάντια της σχολικής παιδείας. Αλλά μόλις η Πολιτεία εκδηλώσει την πρόθεση να την εκσυγχρονίσει, ξεσηκώνονται. Τα μαθήματα, στα οποία συνήθως εστιάζουν την προσοχή τους και θεωρούν ότι οι ίδιοι κατέχουν την 'αλήθεια' και γι' αυτό παρεμβαίνουν, είναι η Αρχαιοελληνική και η Νεοελληνική γλώσσα, η Ιστορία και τα Θρησκευτικά. Για τα μαθήματα των θετικών επιστημών, Μαθηματικά, Φυσική, Χημεία κλπ. δεν ενδιαφέρονται, όχι τόσο γιατί αγνοούν το επιστημονικό τους περιεχόμενο, μια που και των άλλων μαθημάτων το επιστημονικό περιεχόμενο αγνοούν, όσο γιατί δεν δίνεται η δυνατότητα μ' αυτά να φωνασκούν για 'καταστροφή της πατρίδας, της ορθοδοξίας' κλπ.
Αυτή η παράδοση δεν ήταν δυνατόν να μην τηρούνταν και σήμερα. Μόλις το Υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε το Πρόγραμμα Σπουδών και τις αλλαγές που προτίθεται να κάνει στο Λύκειο, 'άρχισαν τα όργανα'. Το πρόγραμμα φαίνεται να έχει τη δομή του επιτυχημένου προγράμματος International Baccalaureate (IB). Στη Β' και Γ' Λυκείου υποχρεωτικά θα είναι μόνο τρία μαθήματα, η Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία, η Φυσική Αγωγή και τα Αγγλικά. Όλα τα άλλα θα είναι μαθήματα επιλογής, ανάμεσά τους και το μάθημα των Θρησκευτικών, το οποίο βέβαια μέχρι την Α' Λυκείου θα εξακολουθήσει να είναι υποχρεωτικό.
Η μετάταξη αυτή του μαθήματος των Θρησκευτικών στις δυο τελευταίες τάξεις του Γενικού Λυκείου από υποχρεωτικό σε επιλογής ξεσήκωσε και πάλι τις εκκλησιαστικές, παραεκκλησιαστικές, υπερπατριωτικές κλπ. ομάδες. ’ρχισαν να οργανώνονται διαλέξεις, συγκεντρώσεις, πορείες κλπ. Δεν έχουν βέβαια φτάσει ακόμα σε λαοσυνάξεις, που τόσο χαίρονταν ο προηγούμενος Αρχιεπίσκοπος, αλλά φαντάζομαι πως δε θ' αργήσουν. Το κύριο επιχείρημα των διαμαρτυρόμενων είναι πως με τη μη υποχρεωτικότητα του μαθήματος στις δυο αυτές τάξεις οι μαθητές δε θα αναπτύξουν ορθόδοξη συνείδηση. Κι αυτό είναι σχεδιασμένο από την παρούσα κυβέρνηση, που έχει ως στόχο την αποχριστιανοποίηση και απο-ορθοδοξοποίηση των Ελλήνων. Με τη θέση τους βέβαια αυτή έμμεσα παραδέχονται ότι από τη μια μεριά δάσκαλοι και θεολόγοι, που δίδαξαν το μάθημα μέχρι την Α' Λυκείου, δέκα δηλ. χρόνια, απέτυχαν να αναπτύξουν στους μαθητές την ορθόδοξη συνείδηση, κι από την άλλη είναι σίγουροι πως κανένας μαθητής δε θα επιλέξει το μάθημα των Θρησκευτικών, που είναι και αυτό ένδειξη της αποτυχίας του μαθήματος.
Το επιχείρημα βέβαια δεν είναι καινούριο. Χρησιμοποιείται από τις αρχές του 20ου αιώνα, όταν ο περιβόητος Μιστριώτης ξεσήκωνε τον κόσμο, για να μην μεταφραστεί η Αγία Γραφή και οι Τραγωδίες στη νεοελληνική γλώσσα και κατανοήσει κάποιος την Αγία Γραφή και τους αρχαίους τραγικούς. Είναι όμως ένα ισχυρό τρομοκρατικό σύνθημα, που έχει ως στόχο τη μεγάλη ευαισθησία των γονιών, οι οποίοι πράγματι αγωνιούν για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα και της προσωπικότητας των παιδιών τους. Το ερώτημα όμως είναι αν το μάθημα των Θρησκευτικών έτσι όπως διδάσκεται διαμορφώνει και σε τι βαθμό την ορθόδοξη συνείδηση των μαθητών.
Το μάθημα των Θρησκευτικών θεωρούνταν πάντοτε ένα μάθημα δεύτερης σειράς, απαξιωμένο απόλυτα στη συνείδηση τόσο των μαθητών όσο και των γονιών. Ιδιαίτερα στις μεγάλες τάξεις του Λυκείου η απαξίωση όχι μόνο του μαθήματος, αλλά και των θεολόγων είναι καθολική. Μόνο λίγοι πολύ ικανοί καθηγητές μπορούν να σταθούν μέσα στην τάξη. Κανένας μαθητής της Β' και Γ' Λυκείου δεν ενδιαφέρεται για το μάθημα. Κι αυτό βέβαια συμβαίνει σε όλα σχεδόν τα μαθήματα, που δεν οδηγούν στα ΑΕΙ και ΤΕΙ. Αλλά το μάθημα των Θρησκευτικών έχει την πρωτοκαθεδρία στην αδιαφορία, και συνήθως η 'φασαρία' την ώρα του μαθήματος 'χτυπάει κόκκινο'. Σε μια τέτοια κατάσταση ο θεολόγος, διδάσκοντας το μάθημα μ' έναν τυποποιημένο αναχρονιστικό τρόπο, όχι μόνον δεν επηρεάζει θετικά τους μαθητές στη διαμόρφωση της ορθόδοξης συνείδησης, αλλά φοβούμαι πως συμβαίνει το εντελώς αντίθετο. Καθώς μάλιστα τόσο οι εκκλησιαστικοί άρχοντες όσο κι ένα μεγάλο μέρος των θεολόγων καθηγητών αδυνατούν να παρακολουθήσουν τόσο τις σύγχρονες κοινωνικές αντιλήψεις όσο και τις ανησυχίες και τα προβλήματα των ίδιων των νέων, οι πιθανότητες να επηρεασθούν οι μαθητές θετικά στο μάθημα των Θρησκευτικών είναι μηδαμινές.
Στο σχολείο το μάθημα των Θρησκευτικών λειτουργεί όπως και όλα τα άλλα ως ένα ακόμα γνωστικό αντικείμενο, αλλά τελείως αποτυχημένο. Γι' αυτό και ορθόδοξη συνείδηση και Θρησκευτικά είναι έννοιες ασύμβατες. Κι αντί οι θεολόγοι και θεολογούντες να προβληματιστούν πρώτα για τα αίτια αυτής της αποτυχίας και της απαξίωσης του μαθήματος και ν' αναζητήσουν ύστερα τρόπους αναβάθμισης και καταξίωσής του, φωνασκούν, με συνέπεια, χωρίς να το συνειδητοποιούν, να διαιωνίζεται η σημερινή 'ανυποληψία' τόσο του μαθήματος όσο και των θεολόγων.