Εκπλήσσομαι, ειλικρινά, όταν ακούω κραυγές για το ιδεολογικό πλαίσιο τόσο του αρχικού κειμένου όσο και της παραγωγής λόγου (στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας στις Πανελλήνιες εξετάσεις) από ανθρώπους που γνωρίζουν καλά το ρόλο του σχολείου- και κατά συνέπεια των εξετάσεων- ως ιδεολογικού μηχανισμού του κράτους. Και εκπλήσσομαι περισσότερο όταν το ακούω μόνο για τη φετινή εξέταση και δεν το άκουσα τα προηγούμενα χρόνια για αντίστοιχα θέματα για την εθνική μας παράδοση. Αναφέρομαι είτε σ' ένα βίαια τεμαχισμένο, προς χάριν των εξεταστικών πλαισίων, κείμενο του Γ. Σεφέρη, είτε, κυρίως, σ' ένα κείμενο του Ν. Καζαντζάκη για το κολέγιο Ήτον στην Αγγλία και τα "διαχρονικά εθνικά μηνύματα" που έβγαιναν από αυτό.
Το πρόβλημα μ' αυτές τις κραυγές είναι ότι από τη μια δεν εμβαθύνουν καθόλου στο ιδεολογικό ρόλο της γλωσσικής διδασκαλίας στο σύγχρονο σχολείο ενώ από την άλλη φθάνουν στο ακραίο σημείο να στοχοποιούν οποιοδήποτε σύγχρονο συγγραφέα -επιστήμονα ο οποίος έχει το δικαίωμα να διατυπώνει ελεύθερα τις απόψεις του χωρίς να ευθύνεται αν και πως αξιοποιούνται τα κείμενά του από τις εκάστοτε επιτροπές εξετάσεων. Αντίθετα, δεν έχω διαπιστώσει ποτέ την θορυβώδη ιδεολογική εξέγερσή τους για κείμενα που ανήκουν σε παραδοσιακούς δοκιμιογράφους ή συγγραφείς που η χρήση τους στο εξεταστικό περιβάλλον του γλωσσικού μαθήματος θεωρείται αποδεκτή ή νομιμοποιημένη.
Είναι τουλάχιστον υποκριτικό να επικρίνουμε συγκεκριμένα κείμενα και το περιεχόμενό τους και να εθελοτυφλούμε μπροστά στο μεγαλύτερο πρόβλημα! Κι αυτό είναι η παρεμπόδιση των μαθητών (μέσα από τα συγκεκριμένα ερωτήματα "της έκθεσης"-την ονομάζω έτσι γιατί δεν είναι πλέον παραγωγή λόγου-) να αρθρώσουν ελεύθερο λόγο, να ασκήσουν κριτική στο κείμενο και στις ιδέες του. Κι αυτή η παρεμπόδιση της ελευθερίας της έκφρασης αποτελεί σοβαρό ζήτημα δημοκρατίας για το σχολείο και την κοινωνία μας.