[07/07/2022]
Το (ξένο) σχολείο στη λογοτεχνία
Κώστας Ακρίβος
Από την πληθώρα των βιβλίων της ξένης πεζογραφίας που έχουν κεντρικό θέμα το σχολείο (μαθητές, δάσκαλοι, εκπαιδευτική διαδικασία...), επιλέγουμε τέσσερα, τα οποία προσπαθούν καθένα με τον δικό του τρόπο να ρίξουν φως σ΄ αυτή την τόσο δύσκολη και ταυτόχρονα γοητευτική διαδικασία που είναι η σχολική μάθηση. Η επιλογή σε τίτλους της ξένης πεζογραφίας έχει να κάνει με δύο λόγους. Ο πρώτος είναι η πεποίθηση ότι, παρά τις όποιες μικρές ή μεγάλες αποκλίσεις, το θέμα Σχολείο παραμένει στην πρώτη γραμμή, όσον αφορά τη σπουδαιότητα και τον ρόλο της παιδείας. Ο δεύτερος λόγος είναι γιατί... προσεχώς θα ασχοληθούμε και με βιβλία της εγχώριας λογοτεχνικής παραγωγής.
-ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ, Φρανσουά Μπεγκοντό. Μετάφραση: Μαριλένα Κοραντζάνη. ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, 2008
Ο Φρανσουά, ένας καθηγητής γαλλικών και οπλισμένος με τις καλύτερες προθέσεις, προσπαθεί να μεταδώσει γνώσεις στους μαθητές του, που ζουν σε μια σκληρή εργατική συνοικία του Παρισιού και προέρχονται από διάφορες κουλτούρες και συμπεριφορές. Κατά τη διάρκεια μιας σχολικής χρονιάς, ο καθηγητής ρίχνεται με ενθουσιασμό στη δουλειά του, χτίζει γέφυρες σιγά σιγά με τους “δύσκολους” μαθητές και αναπτύσσει ιδιαίτερες σχέσεις με τους συναδέλφους του. Το βιβλίο στηρίζεται στην εμπειρία και τα βιώματα του συγγραφέα και πάνω σ΄ αυτό στηρίχτηκε η ομότιτλη ταινία του Λοράν Καντέ, στην οποία πρωταγωνιστεί ο ίδιος ο Φρανσουά Μπεγκοντό και η οποία βραβεύτηκε με τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών.
Μικρό απόσπασμα: «Ανάμεσα σ΄ εμένα και τους γονείς που αναμένονταν να παρουσιαστούν, πρόσθεσα κολλητά στην έδρα μου τον όγκο ενός ακόμα θρανίου. Το τίμημα βέβαια ήταν πως έπρεπε να ανασηκωθώ προκειμένου να δείξω με το δάχτυλό μου και με κάθε δυνατή λεπτομέρεια τον έλεγχο με τους βαθμούς του Αμάρ στον πατέρα και τη μητέρα του. Καθώς εκείνοι δεν έκαναν την ανάλογη κίνηση, πίστεψα για ένα δευτερόλεπτο πως δεν ήξεραν να διαβάζουν, παρότι θυμόμουν το αντίθετο. Έχοντας ακόμη την αμφιβολία, προτίμησα, να συνεχίσω χωρίς τη βοήθεια του ελέγχου ή άλλων χαρτιών.
-Είναι καλό κι ευγενικό παιδί ο Αμάρ, δεν υπάρχει αμφιβολία. Αλλά το κουβεντολόι πάει σύννεφο. Δεν ξέρω πλέον τι να κάνω.»
-ΤΟ ΠΑΛΙΟ ΣΧΟΛΕΙΟ, Τομπάιας Γουλφ. Μετάφραση: Παντελής Κοντογιάννης, επιμέλεια-σημειώσεις: Αχιλλέας Κυριακίδης. ΠΟΛΙΣ, 2008
Ένα αγόρι ταπεινής καταγωγής σπουδάζει με υποτροφία σ΄ ένα αριστοκρατικό οικοτροφείο της Νέας Αγγλίας, λέγοντας ψέματα για την καταγωγή του. Ονειρεύεται, όπως και πολλοί συμμαθητές του, να γίνει συγγραφέας. Την ευκαιρία θα τη δώσει ένας διαγωνισμός διηγήματος, που διοργανώνει το σχολείο και που έπαθλο είναι μία κατ΄ ιδίαν συνάντηση με τον θρυλικό Έρνεστ Χέμινγκουεϊ. Για να γίνει κάτι τέτοιο, δηλαδή να γίνει συγγραφέας, το αγόρι θα πρέπει για πρώτη φορά στη ζωή του να κάνει μια ηρωική πράξη: να μάθει επιτέλους να λέει την αλήθεια, κυρίως στον εαυτό του.
Μικρό απόσπασμα: «Οι άλλοι φιλόλογοι του σχολείου συμπεριφέρονταν σαν να ΄ταν κολλητοί όχι μόνο με τον Χέμινγκουεϊ, αλλά και με τον Σαίξπηρ, τον Χόθορν και τον Νταν. [...] Πώς κατάφερναν οι φιλόλογοί μας να εμπνέουν τόσο σεβασμό και δέος; Σε σύγκριση με εκείνους που δίδασκαν φυσική ή βιολογία, τι πραγματικά γνώριζαν για τον κόσμο; Είχα την εντύπωση (και όχι μόνο εγώ) ότι κατείχαν την ουσιαστικότερη γνώση. [...] Όσο ικανοί κι αν ήταν στην ανάλυση ενός κειμένου, δεν άφηναν ποτέ ένα ποίημα ή ένα μυθιστόρημα τεμαχισμένο, σαν σφαγιασμένος βάτραχος που βρομάει φορμαλδεϋδη΄ το ξαναέραβαν με Ιστορία και ψυχολογία, με φιλοσοφία και θρησκευτικά, ακόμα και, κάποιες φορές, με φυσικές επιστήμες. Χωρίς να σου κολακεύουν την επιθυμία να ταυτιστείς με τον ήρωα μιας ιστορίας, σ΄ έκαναν να νιώσεις ότι αυτό που είχε σημασία για τον συγγραφέα, ήταν σημαντικό και για σένα.»
-Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ Μια αυτοβιογραφία, Φρανκ ΜακΚόρτ. Μετάφραση: Νεκτάριος Καλαϊτζής. SCRIPTA, 2006
Με πικρό χιούμορ αλλά και λυρισμό ο αφηγητής Φρανκ ΜακΚόρτ καταγράφει τις δοκιμασίες, τις χαρές, τις πίκρες και τις εκπλήξεις που δοκιμάζει ως δάσκαλος στα δημόσια, πολυφυλετικά λύκεια της Νέας Υόρκης. Για να κερδίσει τους μαθητές, αναπτύσσει μια μέθοδο διδασκαλίας κάθε άλλο παρά συμβατική, αφήνοντας το στίγμα του στις καρδιές των μαθητών. Τους αναθέτει να γράψουν ευρηματικές εργασίες, τους παρακινεί σε κάθε λογής δρώμενα, αλλά και τους οδηγεί σε περιπετειώδεις εκπαιδευτικές εκδρομές. Ένα μυθιστόρημα ύμνος για τον δάσκαλο που συνειδητοποιεί πως, αν θέλει να πετύχει στον στόχο του, πρέπει να ξεφύγει από τους τύπους και τα εκπαιδευτικά κλισέ και να δώσει στους μαθητές το κλειδί για τη χαρά της ουσιαστικής γνώσης, που δεν είναι άλλο από την κατανόηση του νοήματος των λέξεων και των κειμένων.
Μικρό απόσπασμα: «Νιώθω το κεφάλι μου να καίει και θέλω να φωνάξω. Γιατί είστε τόσο στουρνάρια, πανάθεμά σας; Πρώτη φορά κάνετε μάθημα συντακτικού στη ζωή σας; Κύριε των Δυνάμεων, ακόμα κι εγώ έκανα μαθήματα συντακτικού, και μάλιστα στα Ιρλανδικά. Γιατί πρέπει να τρώω τα συκώτια μου εδώ μέσα αυτό το ηλιόλουστο πρωινό, την ώρα που τ΄ ανοιξιάτικα πουλιά τιτιβίζουν έξω; Γιατί πρέπει να βλέπω τα κατσούφικα, πικαρισμένα πρόσωπά σας; Κάθεστε εδώ, με τις κοιλιές χορτάτες. Είστε καλοντυμένοι και ζεστοί. Σας δίνεται το προνόμιο της δωρεάν μέσης εκπαίδευση και δεν αισθάνεστε ούτε το παραμικρό ίχνος ευγνωμοσύνης. Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να συνεργαστείτε, να συμμετάσχετε λίγο. Να μάθετε τα μέρη της πρότασης. Χριστέ μου. Τόσο πολλά ζητάω;»
-ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΔΟΥΛΕΙΑ, Σόμερσετ Μομ. Μετάφραση-Επίιμετρο: Νίκος Α. Μάντης. ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, 2021
Στην Ανθρώπινη δουλεία παρακολουθούμε την ιστορία του Φίλιπ Κάρεϊ, ενός ορφανού παιδιού που διψάει για ζωή, αγάπη και περιπέτεια. Ο μικρός Φίλιπ, με μερική αναπηρία στο αριστερό του πόδι και έχοντας μια έμφυτη ευαισθησία που έρχεται σε σύγκρουση με το περιβάλλον του, παλεύει να βρει τη θέση του στον κόσμο. Εγκαταλείπει το ασφυκτικό περιβάλλον της αγγλικής επαρχίας, τις ψυχρές σχέσεις με τον θείο του που ανέλαβε την κηδεμονία του και το θρησκευτικό σχολείο, όπου τον πιέζουν να γίνει ιερέας, και πηγαίνει στο Παρίσι για να σπουδάσει ζωγραφική. Η Ανθρώπινη δουλεία είναι ίσως το πιο αυτοβιογραφικό βιβλίο από όλα τα έργα του σπουδαίου συγγραφέα Σόμερσετ Μομ.
Μικρό απόσπασμα: «Όλο το σχολείο ξεχύθηκε τρέχοντας προς την αυλή. Είπαν στα καινούρια παιδιά να πάνε στο κέντρο, ενώ οι υπόλοιποι είχαν βολευτεί στους γύρω τοίχους. Άρχισαν να παίζουν το Γουρούνι στη μέση. Τα παλαιότερα παιδιά έτρεχαν από τοίχο σε τοίχο, ενώ τα καινούρια προσπαθούσαν να τα πιάσουν [...] Ο Φίλιπ είδε ένα αγόρι να τρέχει και προσπάθησε να το πιάσει, αλλά, κουτσός όπως ήταν, δεν είχε καμία ελπίδα΄ και οι δρομείς, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός, περνούσαν όλο και πιο πολύ από τη μεριά του. Τότε κάποιος είχε τη φαεινή ιδέα να μιμηθεί τον αδέξιο τρόπο που έτρεχε ο Φίλιπ. Ένα άλλο παιδί τον είδε και άρχισε να γελάει΄ κι ύστερα όλοι αντέγραψαν τον πρώτο, τρέχοντας γύρω από τον Φίλιπ, κουτσαίνοντας γελοία, ουρλιάζοντας με ψιλή φωνή και γέλιο τσιριχτό. Είχαν τρελαθεί απ΄ τη χαρά που τους έδινε η νέα διασκέδαση, έχοντας αφεθεί σε μια ευθυμία χωρίς ντροπή. Κάποιος έβαλε τρικλοποδιά στον Φίλιπ κι εκείνος έπεσε, άγαρμπα όπως πάντα, κι έσκισε το γόνατό του. Όταν σηκώθηκε, τα γέλια ηχούσαν ακόμα πιο δυνατά.»