[27/6/2024]
Η λογοτεχνία ως μορφή μάθησης
Στην περίπτωση μυθοπλαστικών έργων του παρελθόντος, πεδίο εξέτασης είναι το κατά πόσον ο δημιουργός επιτελεί την ταυτότητά του εγκλωβισμένος στους κυρίαρχους λόγους που τον επικαθορίζουν ως έμφυλο υποκείμενο στη συγκεκριμένη ιστορική στιγμή ή είναι σε θέση να μετατοπίσει στο έργο του τα όρια των παραδεδομένων έμφυλων ταυτοτήτων και με ποιον τρόπο.
Στα περισσότερα έργα ακόμα και της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς δεν θα συναντήσουμε περιπτώσεις που αμφισβητούν τις κυρίαρχες νόρμες της ετεροσεξουαλικότητας, ούτε παρεκκλίσεις από τις διπολικές παραδοσιακές κανονικότητες (με εξαίρεση τα έργα των Ταχτσή, Ιωάννου, Κουμανταρέα, Βασιλικού και άλλων), οι οποίοι μίλησαν για τη ρευστότητα, το διφορούμενο και την αστάθεια ή αμφισβήτησαν παραδεδομένες κατηγορίες της αρρενωπότητας, της θηλυκότητας και της σεξουαλικότητας.
Ωστόσο, με την εικονολογική ανάλυση (Moura, 2013) μπορούμε να διαπιστώνουμε κάθε φορά εάν οι γυναικείοι χαρακτήρες αντιμετωπίζονται ή όχι ως Άλλοι, ως αντικείμενα, που έχουν ενδιαφέρον μόνο στον βαθμό που υπηρετούν τον άνδρα πρωταγωνιστή ή τον αποσπούν από τους στόχους του ή αντιστρατεύονται τα συμφέροντά του. Αυτού του είδους τη λογοτεχνία, που είναι ξένη προς τη γυναικεία οπτική και αρνείται στη γυναίκα την υπόστασή της, άλλοι λογοτέχνες του παρελθόντος την ασπάζονται (απόλυτα ή σε κάποιο βαθμό) και άλλοι όχι. Και αυτό είναι σίγουρα ένα από τα κριτήρια (όχι φυσικά το μοναδικό) εκείνα που καθιστούν το έργο τους πανανθρώπινο, καθολικό και επίκαιρο.
Ο συγγραφέας γνωρίζοντας πως η λογοτεχνία είναι στη βαθύτερη ουσία της και μια μορφή μάθησης –«μεγαλώνουμε γνωρίζοντας τη ζωή, την ψυχολογία, τις ανθρώπινες συμπεριφορές και σχέσεις που ανακαλύπτουμε σε σημαντικά έργα τέχνης» (Donovan, 2013) μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στη διαμόρφωση ηθικής ατμόσφαιρας που δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη και στην αναγνώστρια να υπερβεί το φύλο του/της και να εκτιμήσει αυθεντικότερα το λογοτεχνικό έργο.
Δημήτρης Χριστόπουλος
Δρ Νεοελληνικής Φιλολογίας - συγγραφέας