ShareThis
Η Javascript πρέπει να είναι ενεργοποιημένη για να συνεχίσετε!

Λογοτεχνική Νέα Παιδεία

Η διαρκής ανακάλυψη του Κάλβου: Σχόλια για τις νέες καλβικές εκδόσεις
Μόνο σε ψηφιακή μορφήΛογοτεχνικές γραφές: Ποίηση
pic

19-03-2021 

Ο Κάλβος χωρίς την πανοπλία του ηρωισμού του;

Είναι καιρός να παρακολουθήσουμε τη διαμόρφωσή του,

να συμβαδίσουμε για λίγο με τη μοίρα του.

Ο. Ελύτης

 

Η έκρηξη των καλβικών σπουδών τα τελευταία χρόνια συμπίπτει φέτος με τον εορτασμό της επετείου των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821. Οι γνώσεις μας για τον Ανδρέα Κάλβο (1792-1869), το έργο και τις πηγές του, όπως προκύπτει από την πρόσφατη, πλούσια εκδοτική συγκομιδή, με αποκορύφωμα την έκδοση των «Απάντων» του από το Μουσείο Μπενάκη (2017-2021), υπήρξαν μέχρι πρότινος αποσπασματικές και συγκεχυμένες.

Η περιορισμένη, αν όχι παραμορφωμένη, εικόνα που διαθέτουμε για τον Ζακύνθιο ποιητή οφείλεται εν πολλοίς στην ελληνοκεντρική κατεύθυνση που ακολούθησε τόσο η δευτεροβάθμια εκπαίδευση (ιδίως με την τελετουργία των σχολικών εορτών) όσο και η ακαδημαϊκή έρευνα. Έτσι, ο Κάλβος διαβάστηκε μονομερώς στην πατριωτική του διάσταση ως «εθνικός ποιητής» των εξαίσιων είκοσι Ωδών (Λύρα 1824, Λυρικά 1826), εμπνευσμένων από τον Αγώνα του ’21. Θεωρήθηκε επίσης ως ο ποιητής της «λυρικής τόλμης», σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό του Ελύτη, που ακολούθησε τα αρχαιοελληνικά ποιητικά πρότυπα του κλασικισμού της εποχής του. Για πολλές δεκαετίες οι καλβικές σπουδές εγκλωβίστηκαν στο ερώτημα αν ο Κάλβος είναι ρομαντικός ή νεοκλασικός ποιητής. Σ’ αυτές τις αναγνώσεις, παραγνωρίστηκε το υπερδιπλάσιο έργο του στα ιταλικά και υποτιμήθηκε η προβληματική σχέση του με την ελληνική γλώσσα (αρχαία και νέα) αλλά και η εντυπωσιακή διανοητική του κινητικότητα στην Ευρώπη του 19ου αιώνα με διαλέξεις, αρθρογραφία και μεταφράσεις επιστημονικών και θρησκευτικών κειμένων.

Όπως συνέβη και στις περιπτώσεις του Σολωμού, του Παλαμά και του Σικελιανού, η δαφνοστεφής δόξα του «εθνικού ποιητή» επισκίασε άλλες όψεις, θόλωσε την εικόνα για την ευρύτερη πνευματική φυσιογνωμία των μεγάλων ελλήνων ποιητών και τους κατέστησε απρόσιτα, μνημειακά πρόσωπα, περιορίζοντας την αναγνωστική μας ανταπόκριση σε ένα μόνο μέρος του έργου τους. Στην περίπτωση του Κάλβου, ποιητή που όπως έχει ειπωθεί «επιλέγει πατρίδα κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή» (Μ. Πασχάλης), αν και από τη δεκαετία του ’70 (Βαγενάς, 1972) υποδείχθηκε η ανάγκη να δοθεί έμφαση στη σχέση της ποίησής του με την ιταλική γλώσσα και λογοτεχνία, χρειάστηκαν αρκετά χρόνια ώστε να συντονιστούν οι καλβικές σπουδές με αυτό το αίτημα. Βεβαίως, εν τω μεταξύ, σοβαροί μελετητές του Κάλβου πρόσφεραν σημαντικές ψηφίδες γνώσης γύρω από τη σχέση της μετρικής του με την ιταλική παράδοση (Γαραντούδης, 1995), τον νεοκλασικισμό των Ωδών (Τζιόβας, 1987) και τη σύνδεση του ποιητή με τα αισθητικά και πολιτικά συμφραζόμενα της εποχής του (Βίττι, 1995· Αρβανιτάκης, 2010).

Αν η πρώτη ανακάλυψη του Κάλβου οφείλεται στο κριτικό αισθητήριο του Παλαμά (1889) και η δεύτερη στη μοντερνιστική ανάγνωση του Σεφέρη (1936, 1941) και την υπερρεαλιστική του Ελύτη (1946), σήμερα χάρη στη συστηματική εργασία των επιμελητών των «Απάντων» και στον ερευνητικό μόχθο πανεπιστημιακών φιλολόγων έρχεται στο προσκήνιο ένας «άλλος» Κάλβος, πολιτισμικά υβριδικός και με πολύπλευρα ενδιαφέροντα, κατακυρώνοντας με αυτόν τον τρόπο μια δικαιότερη εικόνα της σημαίνουσας παρουσίας του.

Με την επικείμενη ολοκλήρωση της έκδοσης των Έργων του Κάλβου μέσα στο 2021 (υπολείπεται ένας τόμος με τα αδημοσίευτα ιταλικά και ελληνικά του ποιήματα) ρυθμίζεται μια μεγάλη φιλολογική εκκρεμότητα, ανάλογης εμβέλειας με τη νέα, πολύτομη έκδοση των παλαμικών «Απάντων» που επίσης έχουν αρχίσει να εκδίδονται από το Ίδρυμα Κωστή Παλαμά. Επιτέλους, για πρώτη φορά τα ελληνικά και τα ιταλικά έργα του Κάλβου συνεκδίδονται (και παράλληλα μεταφράζονται), δίνοντας το έναυσμα για μελέτες που θα βασίζονται στη συνεξέτασή τους. Την επιστημονική επιμέλεια των καλβικών «Απάντων» στις εκδόσεις του Μουσείου Μπενάκη έχει αναλάβει ο ιστορικός και εμπνευσμένος μελετητής του Κάλβου Δημήτρης Αρβανιτάκης. Η συνολική έκδοση, στην οποία συνεργάζονται αρκετοί νεότεροι και παλαιότεροι καλβιστές, περιλαμβάνει τέσσερις τόμους (τ. Α’ πρώτο μέρος: Ποιητικά, δημοσιευμένα, 2017∙ τ. Α’ δεύτερο μέρος: Ποιητικά, αδημοσίευτα, 2021∙ τ. Β’: Πεζά κείμενα (κυρίως κριτικά), 2018∙ τ. Γ’: Ποικίλα, 2020), στους οποίους ασφαλώς θα πρέπει να προστεθεί και η έκδοση της δίτομης Αλληλογραφίας που προηγήθηκε (2014). Το υλικό είναι πλούσιο, σχολιασμένο από ειδικούς μελετητές και ενημερωμένο με τα τελευταία ευρήματα, ώστε να καθίσταται εκ των πραγμάτων σημείο αναφοράς για οποιαδήποτε μελλοντική ενασχόληση.

Από την υπόλοιπη καλβική εκδοτική παραγωγή των τελευταίων ετών ξεχωρίζουν δύο σημαντικές εργασίες. Πρόκειται για το βιβλίο του ομότιμου καθηγητή κλασικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης Μιχαήλ Πασχάλη, Ξαναδιαβάζοντας τον Κάλβο. Ο Ανδρέας Κάλβος, η Ιταλία και η Αρχαιότητα (Π.Ε.Κ, 2013) και την πιο πρόσφατη μελέτη της επίκουρης καθηγήτριας νεοελληνικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Αγγέλας Γιώτη, Ο Κάλβος στα ίχνη του «Λογγίνου». Ένας άνθρωπος των γραμμάτων στην Ευρώπη του 19ου αιώνα (Αντίποδες, 2019).

Το βιβλίο του Πασχάλη περιλαμβάνει έντεκα επιμέρους μελέτες, καρπό της πολυετούς ενασχόλησής του με τον Κάλβο. Η εργασία αποτελεί καίρια συμβολή στη μελέτη της σχέσης του Κάλβου με την ιταλική γλώσσα και ποίηση και στην κατανόηση της ελλιπούς, όπως φαίνεται, αρχαιογνωσίας του. Όσον αφορά τον πρώτο άξονα, η μελέτη αναδεικνύει τη συνέχεια του ελληνόγλωσσου και ιταλόγλωσσου έργου του Κάλβου, αποσαφηνίζει το περιεχόμενο των επιδράσεων από τον Foscolo και σχολιάζει τη γλωσσική ανορθοδοξία του Κάλβου με τους πολλούς «ιταλισμούς» και σολοικισμούς, σημειώνοντας την εξάρτησή του από τη λόγια ιταλική γλώσσα της εποχής. Με επιστημονική εντιμότητα ο Πασχάλης δεν υποστηρίζει ότι εξαντλεί τα θέματα που θίγει, αλλά επισημαίνει την ανάγκη για επιπλέον συστηματική μελέτη.

Στον δεύτερο άξονα του βιβλίου, ο Πασχάλης με τη γνώση του κλασικού φιλολόγου και με πολλά παραδείγματα αμφισβητεί την αρχαιογνωστική επάρκεια του Κάλβου και απορρίπτει την ιδέα των απευθείας πινδαρικών και ομηρικών διακειμενικών επιδράσεων, επισημαίνοντας τις αδυναμίες του ποιητή όσον αφορά τη γνώση και κατανόηση των αρχαιοελληνικών κειμένων, που ενίοτε τον οδήγησαν σε λάθη και παρερμηνείες. Ο συγγραφέας δεν παραλείπει να ελέγξει σχολαστικά ανακρίβειες και παραλείψεις παλαιότερων και νεότερων εργασιών γύρω από ζητήματα αρχαιογνωσίας, εκδοτικής και πηγών του Κάλβου (Δάλλας, Μερακλής, Τωμαδάκης, Δημηρούλης, Γεωργαντά κ.ά.), συμβάλλοντας σε μια πιο ψύχραιμη επανανάγνωση των διακειμενικών του συνδέσεων.

Η ιστορικοφιλολογική μελέτη της Γιώτη προσφέρει μια ανανεωμένη οπτική των σχέσεων ποιητικής, αισθητικής και ρητορικής στο συνολικό έργο του Κάλβου. Αξιοποιώντας τη σχετική ελληνική και ξενόγλωσση βιβλιογραφία, η συγγραφέας εξετάζει τη διαμόρφωση της καλβικής ποιητικής υπό το πρίσμα των συζητήσεων για το «υψηλό» στον ευρωπαϊκό 19ο αιώνα. Το ποιητικό ύψος του Κάλβου δεν προσεγγίζεται, επομένως, στην αφηρημένη, αξιολογική και ιδεαλιστική εκδοχή της εθνικής μεγαλοπρέπειας που μας κληροδότησε η παράδοση. Κεντρικός άξονας της μελέτης είναι η σύνδεση της ιδέας του «υψηλού» στον Κάλβο με τη νεότερη πρόσληψη του έργου Περί ύψους του άγνωστου συγγραφέα του 1ου αι. μ.Χ. με το συμβατικό όνομα Λογγίνος και κατ’ επέκταση με τις εξακτινώσεις της έννοιας του ύψους στα χρόνια της διαμόρφωσης του ποιητή των Ωδών.

Ακολουθώντας το σχήμα του Πασχάλη, η Γιώτη εκλαμβάνει ως δευτερογενή και διαμεσολαβημένη τη σχέση του Κάλβου με την αρχαία ελληνική γραμματεία. Ο Κάλβος γίνεται αντιληπτός ως «ένας βαθύτατα πινδαρικός ποιητής που όμως δεν μελέτησε σε βάθος τον Πίνδαρο» (σ. 120) και προσλαμβάνεται ως «ποιητής του κράματος». Έτσι, με γενετικό τρόπο αναδεικνύονται οι διαδρομές του υψηλού που ακολούθησε ο Κάλβος μέσω του ευρωπαϊκού και ιταλικού πινδαρισμού, του παραλληλισμού των πινδαρικών Ωδών με τους Ψαλμούς του Δαβίδ σε θεολογικούς κύκλους, της πρόσληψης του Λογγίνου από τον τραγικό ποιητή Αλφιέρι αλλά και των νεωτερικών αναγνώσεων της ρητορικής του από τον Βίκο και άγλλους θεωρητικούς (Μπλερ, Μπερκ, Ριντ κ.ά), το έργο των οποίων αξιοποίησε στα μαθήματα φιλοσοφίας στην Ιόνιο Ακαδημία ο Κάλβος.

Η εικόνα που προκύπτει από τη μελέτη της Γιώτη για τον Κάλβο, όπως υπογραμμίζεται και στον υπότιτλο του βιβλίου, είναι αυτή ενός ανθρώπου των γραμμάτων που ανέπτυξε ιδιαίτερη πολιτισμική κινητικότητα (για να θυμηθούμε τον όρο «cultural mobility» του Stephen Greenblatt) στην Ευρώπη του 19ου αιώνα. Ο Κάλβος μπορεί να περιορίζεται χρονικά ως έλληνας ποιητής μεταξύ 1824 και 1826, αλλά η πνευματική του δραστηριότητα προϋποθέτει τις ευρωπαϊκές διεργασίες των προηγούμενων ετών και δεν σταματά με την ποιητική του σιωπή. Το βιβλίο της Γιώτη αποτελεί ουσιαστική και όχι εντυπωσιοθηρική συμβολή στις καλβικές σπουδές, αναδεικνύοντας τη διανοητική πορεία ενός λογίου εν κινήσει. Το είδος των ιστορικοφιλολογικών ερευνών που υπηρετεί η μελέτη της Γιώτη, με τη λεπτομερή διερεύνηση των συμφραζόμενων και την ανασύνθεση της πνευματικής ατμόσφαιρας της εποχής, δείχνει τον δρόμο για το πώς ένας δύσκολος και ίσως στρυφνός για τα σημερινά γλωσσικά και αισθητικά κριτήρια ποιητής μπορεί να ανασυγκροτηθεί ερμηνευτικά ως ένας άνθρωπος των γραμμάτων και να αποτελέσει ζωηρό ερευνητικό πεδίο για νεότερους μελετητές.

Ο ουσιαστικός εορτασμός της επετείου του 2021, λοιπόν, πέρα από τις εκδηλώσεις πανηγυρικού χαρακτήρα, δεν μπορεί παρά να έχει και αναστοχαστικό περιεχόμενο. Η εκδοτική πλημμυρίδα γύρω από τον Κάλβο φανερώνει ότι ακόμα και οι κορυφές της νεοελληνικής ποίησης δεν έχουν εξαντληθεί ερευνητικά, αλλά διαθέτουν κρυφές γωνιές και πτυχές ανεξακρίβωτες. Η εργασία υποδομής των καλβικών «Απάντων» και οι πιλοτικές εργασίες που παρουσιάσαμε, αφήνουν αισιόδοξες προοπτικές για μελλοντικές προσεγγίσεις που θα αναδεικνύουν την αναμφίβολη αισθητική αξία του καλβικού έργου.

Φανταστικά πορτρέτα του Κάλβου: Σχέδιο του Οδυσσέα Ελύτη (1991)

Πηγή: Ανεμόσκαλα


Συντάκτες

Ενημερωτικό δελτίο